Πάνω από 11 εκατομμύρια στρέμματα γης έχουν καεί στην Ελλάδα την τελευταία 25ετία, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της ερευνητικής ομάδας «Flame» του Meteo, με συνολικά 150.000 πυρκαγιές να έχουν καταγραφεί στο ίδιο διάστημα. Αν και καταγράφεται μείωση στον αριθμό των πυρκαγιών εντός της επίσημης αντιπυρικής περιόδου, η έκταση της γης που καίγεται ετησίως ακολουθεί αυξητική τάση.
Η ανάλυση βασίστηκε σε στοιχεία του Πυροσβεστικού Σώματος για την περίοδο 2000–2024 και δείχνει ότι, ενώ οι ενάρξεις πυρκαγιών την καλοκαιρινή περίοδο έχουν μειωθεί από περίπου 4.300 σε 3.700 κατά μέσο όρο ετησίως, η συνολική καμένη έκταση αυξάνεται κατά περίπου 6.000 στρέμματα κάθε χρόνο. Τα δεδομένα υποδεικνύουν ότι, όταν μια πυρκαγιά δεν περιορίζεται έγκαιρα, εξελίσσεται με πολύ μεγαλύτερη ένταση και καταστροφή.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη συχνότητα και την ένταση των μεγάλων πυρκαγιών, με εκείνες που ξεπερνούν τα 2.000 στρέμματα να είναι πλέον πιο συχνές και εκτεταμένες. Το φαινόμενο αυτό ενδέχεται να συνδέεται τόσο με τις μεταβαλλόμενες κλιματικές συνθήκες όσο και με τις προκλήσεις ανταπόκρισης του μηχανισμού δασοπυρόσβεσης.
Παράλληλα, αυξητική τάση παρουσιάζουν οι πυρκαγιές εκτός της επίσημης αντιπυρικής περιόδου. Οι χειμερινοί και ανοιξιάτικοι μήνες καταγράφουν περισσότερες ενάρξεις, αλλά και μεγαλύτερες καμένες εκτάσεις. Μετά το 2012, ο μέσος ετήσιος αριθμός πυρκαγιών εκτός περιόδου αυξήθηκε κατά 47%, ενώ η μέση καμένη έκταση αυξήθηκε από 18.000 σε άνω των 23.000 στρεμμάτων.
Οι περιοχές με τη μεγαλύτερη επιβάρυνση την τελευταία δεκαετία περιλαμβάνουν την Αττική, την Εύβοια, τον Έβρο, τη Βοιωτία και τα Δωδεκάνησα, με επαναλαμβανόμενα μεγάλα περιστατικά. Εκτός αντιπυρικής περιόδου, η γεωγραφική εξάπλωση των πυρκαγιών είναι ακόμη ευρύτερη, με περισσότερες περιοχές να εμφανίζουν επιδείνωση.
Τα ευρήματα αναδεικνύουν την ανάγκη αναθεώρησης των πολιτικών πρόληψης και επέμβασης, με στόχο την ενίσχυση της ανθεκτικότητας απέναντι σε ένα φαινόμενο που μεταβάλλεται διαρκώς, τόσο χρονικά όσο και γεωγραφικά. Παράλληλα, καταδεικνύουν την επείγουσα σημασία της προσαρμογής στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών.