Δύο χρόνια μετά τις πρώτες προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο «πράσινου ξεπλύματος», η Αρχή Χρηματοοικονομικής Συμπεριφοράς του Ηνωμένου Βασιλείου (FCA) καταγράφει σημαντική πρόοδο στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η αγορά των δανείων που συνδέονται με τη βιωσιμότητα (Sustainability-Linked Loans – SLL). Πρόκειται για ένα χρηματοδοτικό εργαλείο που κερδίζει έδαφος διεθνώς, καθώς επιβραβεύει τις επιχειρήσεις που δεσμεύονται να μειώσουν τις εκπομπές τους ή να βελτιώσουν την κοινωνική και περιβαλλοντική τους επίδοση. Η λογική είναι απλή: όσο πιο επιτυχημένα τα αποτελέσματα σε δείκτες ESG, τόσο χαμηλότερο το κόστος δανεισμού.
Σύμφωνα με τον Sacha Sadan, επικεφαλής ESG της FCA, η εικόνα έχει αλλάξει ουσιαστικά σε σχέση με τα πρώτα χρόνια, όπου πολλοί στόχοι ήταν ασαφείς και εύκολα επιτεύξιμοι, δημιουργώντας την εντύπωση ότι οι τράπεζες προσέφεραν «φθηνό χρήμα» χωρίς πραγματική περιβαλλοντική ανταπόδοση. Σήμερα, οι στόχοι είναι πιο συγκεκριμένοι και συνδέονται άμεσα με τη δραστηριότητα της κάθε εταιρείας. Έτσι, για παράδειγμα, μια ενεργειακή επιχείρηση δεσμεύεται σε μείωση εκπομπών CO₂, ενώ μια βιομηχανία τροφίμων μπορεί να θέτει ως στόχο τη μείωση σπατάλης ή την υπεύθυνη διαχείριση πρώτων υλών.
Η αγορά των SLL, που αγγίζει παγκοσμίως τα 2 τρισ. δολάρια, παραμένει η δεύτερη μεγαλύτερη μορφή πράσινης χρηματοδότησης μετά τα «πράσινα ομόλογα». Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις. Ορισμένα δάνεια παραμένουν «χαμηλής φιλοδοξίας», ενώ συχνά παρατηρούνται συγκρούσεις συμφερόντων, αφού οι ίδιες οι τράπεζες που χρηματοδοτούν καλούνται να αξιολογήσουν την επίδοση των πελατών τους. Παρ’ όλα αυτά, καταγράφεται μια θετική τάση: όλο και περισσότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αποσύρουν την «ετικέτα βιωσιμότητας» από δάνεια που δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια, κάτι που αυξάνει την αξιοπιστία του μηχανισμού.
Αυτή η εξέλιξη έχει ιδιαίτερη σημασία για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ενώ η πράσινη μετάβαση απαιτεί τεράστιες επενδύσεις, οι δημόσιοι πόροι δεν επαρκούν. Συνεπώς, η κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων μέσω αξιόπιστων χρηματοδοτικών εργαλείων είναι καθοριστική. Αν τα SLL λειτουργούν με διαφάνεια και αυστηρούς κανόνες, μπορούν να κατευθύνουν πόρους σε πραγματικά έργα που μειώνουν τις εκπομπές, ενισχύουν την ενεργειακή αποδοτικότητα και προωθούν την κοινωνική υπευθυνότητα.
Η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει ότι οι επενδυτές και οι ρυθμιστικές αρχές απαιτούν πλέον περισσότερη συνέπεια και διαφάνεια. Έτσι, τα δάνεια συνδεδεμένα με τη βιωσιμότητα έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε βασικό μοχλό της πράσινης μετάβασης, συνδέοντας τον χρηματοπιστωτικό τομέα με την πραγματική οικονομία με τρόπο που υπηρετεί τους στόχους του ΟΗΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη.