Η Ελλάδα αντιμετωπίζει οξύ δημογραφικό πρόβλημα, όπως και το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι οι οικογένειες με τρία ή περισσότερα παιδιά μειώνονται δραστικά, ενώ η ατεκνία και η αναβολή της τεκνογονίας γίνονται συχνότερες επιλογές για τους νέους.
Δημογραφικά στοιχεία Eurostat (2024):
Μόνο 1 στα 4 ελληνικά νοικοκυριά έχει παιδιά (25,7%).
Σχεδόν τα μισά από αυτά έχουν μόνο ένα παιδί (46%).
Οι οικογένειες με τρία παιδιά είναι μόλις 15% των νοικοκυριών με παιδιά.
Σε σύγκριση, ο μέσος όρος στην ΕΕ για νοικοκυριά με παιδιά είναι 23,6%, ενώ οι οικογένειες με δύο παιδιά αντιπροσωπεύουν 37,6%.
Δαπάνες για την οικογένεια
Η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ:
Στις δημόσιες δαπάνες για την οικογένεια (ως % ΑΕΠ και κατά κεφαλήν).
Στα σταθερά επιδόματα και παροχές για γονείς και παιδιά.
Στην εναρμόνιση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής.
Φορολογική πίεση για τις οικογένειες
Παρά τη μείωση της γεννητικότητας, οι οικογένειες στην Ελλάδα επιβαρύνονται σχεδόν όσο οι άτεκνοι:
Ο συντελεστής κρατήσεων (φόροι + εισφορές) για οικογένεια με 2 παιδιά μειώνεται μόνο κατά 3,3 μονάδες σε σχέση με τον άγαμο.
Ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 9 μονάδες, και στην ΕΕ 11,4 μονάδες.
Φορολογικά στοιχεία (2023):
Τρίτεκνες οικογένειες (108.000 δηλώσεις): μέσο εισόδημα €28.260, μέσος φόρος €3.529.
Πολύτεκνες οικογένειες (4 παιδιά): μέσο εισόδημα €24.178, μέσος φόρος €2.689.
Πολιτικές καθυστερήσεων
Αν και εξαγγέλθηκε το 2023 η επέκταση προνομίων πολυτέκνων και στους τρίτεκνους, δεν έχει εφαρμοστεί ακόμη. Νέες πρωτοβουλίες αναμένονται στην φετινή ΔΕΘ, με έμφαση:
Στην αναγνώριση της τριτεκνικής ιδιότητας ως μόνιμο χαρακτηριστικό.
Σε διοικητικές και εργασιακές διευκολύνσεις (π.χ. προτεραιότητα ΑΣΕΠ).
Η δημογραφική ανάκαμψη απαιτεί μακροπρόθεσμη, διατομεακή πολιτική: επαρκή επιδόματα, φορολογική ελάφρυνση, υποστήριξη εργασίας-γονεϊκότητας, φθηνή κατοικία και ουσιαστική παιδική φροντίδα. Η γονεϊκότητα δεν πρέπει να θεωρείται πολυτέλεια.