Οι πρόσφατες προτάσεις στις χρεώσεις πράσινων τιμολογίων καταδεικνύουν την ένταση που προκαλεί τη συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση και την προσπάθεια εξισορρόπησης ανάμεσα στη βιωσιμότητα και την προσβασιμότητα. Παρά τις υψηλές χονδρεμπορικές τιμές που επιμένουν στην αγορά, αρκετοί πάροχοι επέλεξαν να κάνουν σημαντικό μέρος του κόστους του για τον Ιανουάριο, προβαίνοντας σε σταθεροποιήσεις ή μικρές μειώσεις στις τιμές τους.
Ωστόσο, ορισμένοι προμηθευτές προχώρησαν σε αυξήσεις, με τη μεγαλύτερη να αγγίζει το 21%. Παρά την υποχώρηση της μέσης τιμής εκκαθάρισης αγοράς στα 129,81 ευρώ ανά Μεγαβατώρα τον Δεκέμβριο (μείωση 6% από τον Νοέμβριο), η αγορά παραμένει ευάλωτη στις διεθνείς πιέσεις. Οι χρεώσεις για οικιακά πράσινα ημερολόγια διαμορφώνονται κατά μέσο όρο στα 18 λεπτά ανά κιλοβατώρα, με αύξηση 3% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
Η κρατική στήριξη παραμένει κλειδί για τη συγκράτηση των τιμών. Τον Δεκέμβριο, η επιδότηση μείωσε την τελική επιβάρυνση για τα νοικοκυριά σε τιμές που κυμαίνονταν από 14 έως 18,45 λεπτά ανά kWh, ενώ για τον Ιανουάριο συνέχισε τη στήριξη.
Η διακοπή εξαγωγών ρωσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας επιδεινώνειτην ενεργειακή στενότητα στην Ευρώπη, αυξάνοντας τις πιέσεις στις τιμές φυσικού αερίου. Παρόλο που η Ελλάδα δεν επηρεάζεται άμεσα χάρη στον αγωγό TurkStream και τη δυνατότητα εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) μέσω πολλαπλών πυλών εισόδου, οι αυξημένες τιμές στον ολλανδικό κόμβο (TTF) ενισχύουν το κόστος σε πανεύρω.
Η αντικατάσταση των ρωσικών ποσοτήτων με ακριβότερο LNG, σε συνδυασμό με τις χαμηλές θερμοκρασίες που αυξάνουν τη ζήτηση, επιβαρύνει τα ευρωπαϊκά ενεργειακά συστήματα. Αυτή η πίεση επηρεάζει έμμεσα και την ελληνική αγορά μέσω του διασυνοριακού εμπορίου ηλεκτρικής ενέργειας, με τις συνέπειες να αποτυπώνονται στις εγχώριες τιμές από τον Φεβρουάριο και έπειτα.
Η μετάβαση σε πράσινη ενέργεια και η βιώσιμη ανάπτυξη προϋποθέτουν αποτελεσματική διαχείριση αυτών των προκλήσεων. Η ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας, η επένδυση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η κρατική στήριξη προς τα ευάλωτα νοικοκυριά αποτελούν κρίσιμες στρατηγικές για να διατηρηθεί η ισορροπία μεταξύ περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και οικονομικής προστασίας.
Η ενεργειακή κρίση υπογραμμίζει την ανάγκη για επιτάχυνση της πράξης μετάβασης, η οποία θα μειώσει την εξάρτηση από εισαγωγικά ορυκτά καύσιμα και θα ενισχύσει την ανθεκτικότητα των ενεργειακών συστημάτων απέναντι στις διεθνείς διακυμάνσεις. Με στοχευμένες πολιτικές και συνεργασίες, η Ελλάδα μπορεί να αναδειχθεί ως πρότυπο βιώσιμης ανάπτυξης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.