Με τη θερμική καταπόνηση να εξελίσσεται σε διαρκή απειλή για τη δημόσια υγεία και την ευημερία, η Greenpeace Ελλάδας, σε συνεργασία με το Ελληνικό Ινστιτούτο Παθητικού Κτιρίου, ξεκινά πανελλαδική έρευνα πεδίου για τη χαρτογράφηση της ευαλωτότητας των ελληνικών κατοικιών απέναντι στις υψηλές θερμοκρασίες.
Στόχος είναι να αναδειχθεί, με επιστημονικά τεκμηριωμένο τρόπο, η ανάγκη για ουσιαστική ενεργειακή αναβάθμιση στον οικιακό τομέα – ως βασικός πυλώνας για μια δίκαιη και κλιματικά υπεύθυνη μετάβαση.
Πώς ανταποκρίνονται τα σπίτια στην Ελλάδα στον καύσωνα;
Το καλοκαίρι του 2024 καταγράφηκε ως το θερμότερο και πιο επίμονο στην ιστορία της χώρας, με περιοχές της Νότιας Ελλάδας να σημειώνουν την ταχύτερη αύξηση τροπικών νυχτών στην Ευρώπη. Τι σημαίνει αυτό για την καθημερινότητα των πολιτών;
Μια πρόσφατη πιλοτική καταγραφή σε 45 ευάλωτα νοικοκυριά στον Δήμο Αθηναίων έδειξε ότι:
Η μέση εσωτερική θερμοκρασία διαμορφώθηκε στους 31,4°C, με ανώτερη τιμή τους 37,6°C.
Οι συγκεντρώσεις CO₂ ξεπέρασαν σε πολλές περιπτώσεις τα 2.000 ppm, διπλάσιο από το επιτρεπτό όριο.
Τα δεδομένα αυτά δεν είναι απλώς ανησυχητικά. Αγγίζουν τα όρια της θερμικής δυσφορίας και κινδύνου, ιδιαίτερα για παιδιά, ηλικιωμένους και άτομα με χρόνια νοσήματα.
Όταν το σπίτι γίνεται παγίδα ζέστης: Η ενεργειακή παγίδα των νοικοκυριών
Η αυξημένη ανάγκη για ψύξη έχει οδηγήσει σε εκρηκτική αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας στα νοικοκυριά:
Η ζήτηση για κλιματιστικά αυξήθηκε κατά 57% από το 2019 έως το 2023, φτάνοντας τις 400.000 μονάδες ετησίως.
Η κατανάλωση ενέργειας για ψύξη σημείωσε αύξηση 265% μεταξύ 2000–2022 (σύμφωνα με το έργο Odyssee-Mure).
Η πίεση στο ηλεκτρικό σύστημα κατά τις περιόδους καύσωνα γίνεται πλέον προβλέψιμη αλλά και επικίνδυνη.
Η παγίδα είναι προφανής: όσο τα σπίτια δεν είναι κατάλληλα σχεδιασμένα ή αναβαθμισμένα, τόσο οι κάτοικοί τους αναγκάζονται να καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια, συχνά με υψηλό κόστος – και με τεράστιο περιβαλλοντικό και κοινωνικό αποτύπωμα.
Ενεργειακή φτώχεια και προσαρμογή στην κλιματική κρίση
Η έννοια της ενεργειακής φτώχειας το καλοκαίρι είναι πια υπαρκτή: δεν αφορά μόνο την αδυναμία θέρμανσης τον χειμώνα, αλλά και την αδυναμία διατήρησης ανεκτών θερμοκρασιών το καλοκαίρι.
Αυτό αναδεικνύει την ανάγκη:
Για θερμική αναβάθμιση κτιρίων με βιώσιμους, παθητικούς τρόπους (σκιάσεις, φυσικός αερισμός, κατάλληλη μόνωση).
Για κοινωνικά δίκαια μέτρα, όπως επιδοτήσεις και προγράμματα αναβάθμισης για τα ευάλωτα νοικοκυριά.
Για κρατικές πολιτικές που εστιάζουν στην ανθεκτικότητα και όχι μόνο στην καταναλωτική ψύξη.
Ποια είναι τα ασφαλή όρια θερμοκρασίας; Δεν υπάρχει μία απάντηση
Η Greenpeace τονίζει ότι δεν υπάρχει καθολικό “ασφαλές” όριο θερμοκρασίας για όλους. Παράγοντες όπως η ηλικία, η υγεία, η κοινωνική απομόνωση και η τοπική υγρασία παίζουν κρίσιμο ρόλο στην αίσθηση δυσφορίας και στον πραγματικό κίνδυνο.
Το πρότυπο Passivhaus ορίζει το όριο στους 25°C για το 10% του έτους.
Η ASHRAE δίνει εύρος 23–28°C, ανάλογα με τις συνθήκες.
Ο ΠΟΥ αναγνωρίζει το θερμικό στρες ακόμα και στους 26–28°C.
Για μια δίκαιη και βιώσιμη μετάβαση: Η προσαρμογή ξεκινά από το σπίτι
Τα ευρήματα της Greenpeace αποτελούν καμπανάκι: Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης δεν μπορεί να βασιστεί μόνο στην ατομική επιλογή του κλιματιστικού, αλλά σε συστημικές λύσεις που ενισχύουν την κοινωνική ανθεκτικότητα και την ενεργειακή δικαιοσύνη.
Χρειάζεται:
Δημόσια επένδυση στην παθητική δροσιά και την ενεργειακή εξοικονόμηση.
Επικαιροποίηση κανονισμών θερμικής άνεσης, με κοινωνικά ευαίσθητο σχεδιασμό.
Κατοικίες σχεδιασμένες για το κλίμα που έρχεται – όχι για το κλίμα που αφήσαμε πίσω.
Η βιώσιμη ανάπτυξη ξεκινά από το ίδιο μας το σπίτι. Και το να νιώθουμε ασφαλείς στο σπίτι μας – ακόμη και στον καύσωνα – δεν είναι πολυτέλεια. Είναι δικαίωμα.