Οι παρατεταμένοι καύσωνες που πλήττουν την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και τον Βόρειο Ημισφαίριο αναδεικνύουν τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Copernicus, το 2024 ήταν το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί, ενώ ο Μάιος 2025 ήταν ο δεύτερος πιο ζεστός όλων των εποχών.
Η θερμική καταπόνηση μειώνει την παραγωγικότητα και πλήττει την οικονομία. Η Allianz Trade εκτιμά ότι το 2025 η Ευρώπη θα χάσει 0,5% του ΑΕΠ, ενώ παγκοσμίως η απώλεια θα φτάσει 0,6%. Οι χώρες του Νότου είναι πιο ευάλωτες:
Ισπανία -1,4%
Ιταλία -1,2%
Ελλάδα -1,1%
Η ικανότητα φυσικής εργασίας μειώνεται έως και 40% στους 32°C και κατά 2/3 στους 38°C, ενώ οι εργαζόμενοι σε αναπτυσσόμενες χώρες επηρεάζονται περισσότερο.
Οι καύσωνες έχουν μόνιμες συνέπειες στη γεωργία και τις υποδομές, ενώ οι επιπτώσεις στη μεταποίηση και τις υπηρεσίες μπορεί να είναι προσωρινές. Η πρόβλεψη και προετοιμασία –με υποδομές ανθεκτικές στη ζέστη και σχέδια προσαρμογής– είναι κρίσιμες για να αποφευχθούν σοβαρές μακροπρόθεσμες απώλειες.
«Οι καύσωνες παραλύουν την οικονομία. Μια μέρα πάνω από 32°C ισοδυναμεί με μισή μέρα απεργίας», προειδοποιεί η Jasmin Gröschl, οικονομολόγος της Allianz SE.