Η κυβέρνηση Τραμπ έχει επανειλημμένα στοχοποιήσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση και το σύστημα υγείας των Ηνωμένων Πολιτειών ήδη από την πρώτη του θητεία στον Λευκό Οίκο. Δύο πρόσφατες εξελίξεις αποκαλύπτουν το εύρος αυτών των μέτρων και τις ανησυχίες που εγείρονται τόσο για την εκπαίδευση όσο και για την υγειονομική περίθαλψη.
Μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες κινήσεις της διοίκησης Τραμπ ήταν η απόσυρση ομοσπονδιακής χρηματοδότησης ύψους 400 εκατομμυρίων δολαρίων από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Αυτή η απόφαση δημιουργεί έντονο προβληματισμό σε τουλάχιστον άλλα εννέα πανεπιστήμια, τα οποία βρίσκονται υπό εξέταση από το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ για πιθανή αποτυχία προστασίας των Εβραίων φοιτητών και καθηγητών τους.
Ο πρόεδρος Τραμπ έχει καταστήσει σαφή την πρόθεσή του να επιβάλει αυστηρότερες πολιτικές στα πανεπιστήμια, ειδικά σε εκείνα που θεωρεί ότι προωθούν «woke» απόψεις. Με εκτελεστικό διάταγμα που υπέγραψε στις 30 Ιανουαρίου, δήλωσε πως στόχος είναι η καταπολέμηση του αντισημιτισμού, ιδίως σε πανεπιστήμια που επιτρέπουν διαμαρτυρίες με φιλοπαλαιστινιακό περιεχόμενο. Αυτή η πολιτική συνοδεύτηκε από τη δημιουργία μιας διακυβερνητικής ομάδας που θα επιβλέπει την εφαρμογή του νέου πλαισίου.
Η απόφαση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις από την πανεπιστημιακή κοινότητα, καθώς πολλοί καθηγητές και φοιτητές θεωρούν ότι πρόκειται για μια προσπάθεια φίμωσης των πανεπιστημίων, ιδίως όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις, οι ίδιοι οι Εβραίοι φοιτητές συμμετείχαν στις διαμαρτυρίες, καθιστώντας τον ισχυρισμό περί αντισημιτισμού αμφισβητήσιμο.
Παράλληλα, η κυβέρνηση Τραμπ έχει θέσει στο στόχαστρο το Υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών (HHS), ένα από τα πιο δαπανηρά υπουργεία των ΗΠΑ, με ετήσιο προϋπολογισμό 1,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Σε μια πρωτοφανή κίνηση, η κυβέρνηση απέστειλε προσφορά αποχώρησης με οικονομικά κίνητρα σε περίπου 80.000 ομοσπονδιακούς υπαλλήλους του υπουργείου, οι οποίοι εργάζονται σε τομείς όπως η έρευνα, ο έλεγχος τροφίμων και η διαχείριση των προγραμμάτων Medicare και Medicaid.
Ο νέος Υπουργός Υγείας, Ρόμπερτ Φ. Κένεντι Τζούνιορ, έχει δηλώσει την πρόθεσή του να απομακρύνει μεγάλο αριθμό υπαλλήλων από τους δημόσιους οργανισμούς υγείας. Η απόφαση αυτή έρχεται σε μια κρίσιμη περίοδο, καθώς τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) αντιμετωπίζουν έξαρση ιλαράς στο Τέξας και στο Νέο Μεξικό, ενώ η κυβέρνηση εξετάζει περαιτέρω περικοπές στο πρόγραμμα Medicaid, το οποίο καλύπτει εκατομμύρια χαμηλόμισθους και ανάπηρους πολίτες.
Η αποδυνάμωση των βασικών υπηρεσιών υγείας, καθώς και η εμπλοκή σε αυτό του «αγαπημένου φίλου» του Τραμπ, Έλον Μασκ, έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ιδιωτικοποίηση κρίσιμων κρατικών υπηρεσιών.
Οι περικοπές Τράμπ αυτές αντανακλούν μια ευρύτερη στρατηγική της κυβέρνησης να μειώσει τον κρατικό προϋπολογισμό, ακόμα και σε τομείς όπως η εκπαίδευση και η υγεία, που θεωρούνται θεμελιώδεις για την κοινωνική συνοχή. Οι επιπτώσεις είναι ήδη εμφανείς, με πανεπιστήμια να χάνουν χρηματοδοτήσεις, φοιτητές να μένουν εκτός μεταπτυχιακών και διδακτορικών προγραμμάτων και ομοσπονδιακοί υπάλληλοι να πιέζονται να αποχωρήσουν ξαφνικά από την εργασία τους.
Η αβεβαιότητα που δημιουργούν οι πολιτικές Τραμπ έχει προκαλέσει ευρεία αντίδραση από ακαδημαϊκούς, υγειονομικούς φορείς και κοινωνικούς οργανισμούς. Το μέλλον αυτών των κρίσιμων υπηρεσιών στις ΗΠΑ διακυβεύεται, καθώς η συζήτηση για τον ρόλο του κράτους στην παροχή κοινωνικών αγαθών συνεχίζεται.