Το Πράσινο Ταμείο για το Κλίμα (GCF), το μεγαλύτερο ταμείο στον κόσμο που βοηθά τις αναπτυσσόμενες χώρες να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι ενέκρινε χρηματοδότηση ύψους 686,8 εκατομμυρίων δολαρίων κατά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου αυτή την εβδομάδα.
Ο όμιλος με έδρα τη Σεούλ δήλωσε ότι η επένδυση θα βοηθήσει στην προσέλκυση άλλων χρηματοδοτικών εταίρων και τελικά θα κινητοποιήσει περίπου 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια για 11 έργα σε 42 χώρες, παρέχοντας στήριξη σε 115 εκατομμύρια ανθρώπους.
Μεταξύ αυτών ήταν ένα έργο για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των δασών στη Σερβία και ένα για την ενίσχυση της κλιματικής ανθεκτικότητας των ευάλωτων κοινοτήτων στο Τόγκο. Μαζί, ανεβάζουν το χαρτοφυλάκιο του GCF σε σχεδόν 17 δισεκατομμύρια δολάρια, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου έχει τη μορφή επιχορηγήσεων.
«Κατά τη διάρκεια αυτών των δύσκολων καιρών, το GCF δείχνει πώς οι χώρες είναι σε θέση να επιβεβαιώσουν την ατομική και συλλογική τους δέσμευση για την επιτάχυνση της στήριξης των ευάλωτων από το κλίμα κοινοτήτων», δήλωσε ο συμπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του GCF Leif Holmberg. «Αποδεικνύει ότι η αύξηση της πρόσβασης σε ζωτικής σημασίας χρηματοδότηση στην πρώτη γραμμή της κλιματικής κρίσης παραμένει κορυφαία προτεραιότητα για το διοικητικό συμβούλιο».
Η συμφωνία του διοικητικού συμβουλίου έρχεται ύστερα την πρόσφατη απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να ανακαλέσει τις δεσμεύσεις οικονομικής στήριξης προς το GCF, δήλωσε εκπρόσωπος, στο πλαίσιο μιας ευρείας αναθεώρησης των αναπτυξιακών προσπαθειών των ΗΠΑ μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ.
Εκτός από την ανακοίνωση των νέων κονδυλίων, το διοικητικό συμβούλιο του GCF συμφώνησε επίσης να καθιερώσει «μια περιφερειακή παρουσία» για να το φέρει πιο κοντά στις χώρες που εξυπηρετεί και να αυξήσει τον κλιματικό αντίκτυπο των έργων του, ανέφερε, χωρίς να δώσει λεπτομέρειες.
Ανά περιοχή, το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων του GCF, περίπου το 38%, αφορά την Αφρική, το 32% τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, το 27% την Ασία και τον Ειρηνικό και το 3% την Ανατολική Ευρώπη, την Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή.