Η Πολιτεία του Τέξας ανακοίνωσε την αφαίρεση της BlackRock από τον κατάλογο των εταιρειών που δεν επιτρέπεται να διαχειρίζονται κρατικά επενδυτικά κεφάλαια, τρία χρόνια μετά την προσθήκη της στη λίστα λόγω της στήριξής της σε πολιτικές βιωσιμότητας και κλιματικής δράσης (ESG).
Η απόφαση του ελεγκτή Glenn Hegar επιτρέπει πλέον σε συνταξιοδοτικά και επενδυτικά ταμεία του Τέξας, συνολικού ύψους περίπου 300 δισ. δολαρίων, να επαναρχίσουν συνεργασίες με τη BlackRock – τόσο για επενδύσεις όσο και για συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Η εξέλιξη έρχεται έπειτα από σειρά κινήσεων της BlackRock, όπως:
Η αποχώρησή της από τη συμμαχία Net Zero Asset Managers που υποστηρίζεται από τον ΟΗΕ.
Η αποχώρησή της από την Climate Action 100+, ομάδα που πιέζει για απανθρακοποίηση επιχειρήσεων.
Η απόφαση χαιρετίστηκε από τοπικούς νομοθέτες και τη βιομηχανία ενέργειας, που είχαν χαρακτηρίσει τις προηγούμενες επενδυτικές επιλογές της BlackRock ως εχθρικές προς τα ορυκτά καύσιμα. Ο Hegar δήλωσε πως η εξέλιξη «επιβεβαιώνει την ηγετική θέση του Τέξας» σε ζητήματα ενεργειακής πολιτικής και αναγνώρισε ότι στόχος δεν ήταν να τιμωρηθούν εταιρείες, αλλά να υπάρξει προσαρμογή πολιτικών.
Η BlackRock, με περιουσιακά στοιχεία άνω των 11,6 τρισ. δολαρίων, δήλωσε ότι εκτιμά την απόφαση και πως συνεχίζει να επενδύει πάνω από 400 δισ. δολάρια στην οικονομία του Τέξας. Την ίδια ώρα, παραμένει σε νομική διαμάχη με τον Γενικό Εισαγγελέα του Τέξας, ο οποίος κατηγορεί την εταιρεία –μαζί με άλλες– ότι χειραγωγεί τις αγορές ενέργειας στο πλαίσιο των ESG πολιτικών της.
Η υπόθεση της BlackRock αναδεικνύει τη βαθιά πολιτικοποίηση της επενδυτικής στρατηγικής σε θέματα βιωσιμότητας στις ΗΠΑ. Από πρωτοπόρος των ESG, ο CEO της, Larry Fink, αντιμετώπισε αυξανόμενη πίεση από συντηρητικούς κύκλους, οδηγώντας σε μια πιο «ουδέτερη» στάση της εταιρείας απέναντι στις κλιματικές πρωτοβουλίες.