Η ανάγκη για βιώσιμη ανάπτυξη στην Ελλάδα καθίσταται ακόμα πιο επιτακτική όταν αναλογιστούμε τη μετανάστευση των Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό και τη συνακόλουθη ανάγκη για επαναπατρισμό τους. Η βιώσιμη ανάπτυξη αφορά τη διατήρηση της κοινωνικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής ισορροπίας, κάτι που επιτυγχάνεται μόνο όταν αξιοποιούνται σωστά οι ανθρώπινοι πόροι, όπως οι εξειδικευμένοι επιστήμονες που έχουν φύγει και η επιστροφή τους μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της εγχώριας οικονομίας και υποδομών.
Σύμφωνα με την έρευνα «Θα επέστρεφα αν… (2024)» του BrainReGain – Ελληνισμός Εν Δράσει, πολλοί από τους Έλληνες επιστήμονες που μετανάστευσαν την περίοδο της κρίσης, όταν εξετάζουν την επιστροφή στην Ελλάδα, σκοντάφτουν πάνω σε βασικά προβλήματα όπως οι χαμηλότεροι μισθοί και οι λιγότερο ευνοϊκές εργασιακές συνθήκες. Αυτή η κατάσταση ενδέχεται να καθυστερήσει ή να εμποδίσει το όνειρο της επιστροφής για πολλούς, αν και η διαρκής αναζήτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης και εργασίας είναι ενσωματωμένη στο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης.
Ο τομέας της υγείας, όπως και άλλοι τομείς, αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά την επάρκεια και την ποιότητα των υπηρεσιών του. Ωστόσο, η βιώσιμη ανάπτυξη δεν αφορά μόνο την αποκατάσταση των προβλημάτων, αλλά και τη δημιουργία νέων ευκαιριών, μέσω της συνεργασίας των Ελλήνων του εξωτερικού με την εγχώρια αγορά. Στην περίπτωση του τομέα υγείας, ο επαναπατρισμός εξειδικευμένων επαγγελματιών μπορεί να συμβάλει στην κάλυψη των αυξημένων αναγκών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ενισχύοντας τη δυνατότητα της χώρας να παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες υγείας στους πολίτες της.
Η βιώσιμη ανάπτυξη απαιτεί στρατηγικές που να εστιάζουν στην ενδυνάμωση των ανθρώπινων πόρων και στην αξιοποίηση των νέων ευκαιριών που ανακύπτουν από την επιστροφή των Ελλήνων επιστημόνων. Ο κ. Κωνσταντίνος Κεσεντές, από το BrainReGain, αναφέρει πως η πρωτοβουλία αυτή, μέσω της ενίσχυσης της επιστροφής των Ελλήνων του εξωτερικού και της προσέλκυσης νέων ταλέντων, αποσκοπεί στην ανάπτυξη ενός βιώσιμου οικοσυστήματος που στηρίζει τη δημόσια υγεία και την καινοτομία, μέσω της σύνδεσης της επιστημονικής κοινότητας με τις ανάγκες της χώρας.
Η κίνηση για τη βιώσιμη ανάπτυξη ενισχύεται επίσης από τις περιπτώσεις επαγγελματιών όπως ο καθηγητής Θεόδωρος Κωφίδης, ο οποίος με τον επαναπατρισμό του συνέβαλε όχι μόνο στη βελτίωση του τομέα της καρδιοχειρουργικής στην Ελλάδα, αλλά και στη δημιουργία ενός κέντρου διεθνούς καρδιοχειρουργικού τουρισμού. Αυτές οι πρωτοβουλίες δεν ενισχύουν μόνο την ποιότητα ζωής, αλλά και την οικονομία της χώρας, προάγοντας τη βιώσιμη ανάπτυξη μέσα από τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την προσέλκυση διεθνών επενδύσεων.
Ο ρόλος της έρευνας και της εκπαίδευσης είναι επίσης καθοριστικός για τη βιώσιμη ανάπτυξη, με την επιστροφή επιστημόνων που έχουν εκπαιδευτεί και εργάζονται στο εξωτερικό, να ενισχύει την καινοτομία και την πρόοδο στους τομείς της υγείας, της τεχνολογίας και άλλων κρίσιμων τομέων. Η Δρ. Αμάντα Ψυρρή, για παράδειγμα, μοιράζεται την εμπειρία της από την επιστροφή στην Ελλάδα, παρά τις δυσκολίες, και δείχνει πώς οι θυσίες που έγιναν για την προσφορά στην πατρίδα μπορεί να ενισχύσουν τη βιωσιμότητα του επιστημονικού οικοσυστήματος στην Ελλάδα.
Με τις κατάλληλες στρατηγικές, η Ελλάδα μπορεί να μετατρέψει την πρόκληση του brain drain σε ευκαιρία για βιώσιμη ανάπτυξη και ευημερία. Η συνεργασία με τους Έλληνες του εξωτερικού, η αναγνώριση των προκλήσεων και η ενσωμάτωση καινοτόμων προσεγγίσεων σε τομείς όπως η υγεία και η εκπαίδευση, είναι οι θεμέλιοι λίθοι για την οικοδόμηση ενός πιο βιώσιμου μέλλοντος για τη χώρα.