Ανάμεσα στις πόλεις του κόσμου που είναι περισσότερο ευάλωτες στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης βρίσκεται η Αθήνα, με τους επιστήμονες να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς είναι οι πρώτες που θα πληγούν από φυσικές καταστροφές.
Όπως εξηγούν επιστήμονες στους Financial Times, τόσο η αθηναϊκή πρωτεύουσα, όσο και άλλες μεγάλες πόλεις όπως το Ντάλας, η Λισαβόνα, το Σίδνεϊ και το Κέιπ Τάουν είναι «εύκολος στόχος».
Γιατί; Λόγω των κλιματικών και γεωγραφικών συνθηκών που επικρατούν σε αυτές τις περιοχές του πλανήτη, που τις καθιστά είναι εξαιρετικά ευάλωτες σε πυρκαγιές, όπως αυτές που «σάρωσαν» το Λος Άντζελες τον Ιανουάριο, αλλά και σε πλημμύρες, όπως εκείνες στη Βαλένθια και την Πάρο.
Μιλώντας, λοιπόν, για τις περιοχές του Ντάλας, του Σίδνεϊ, της Λισαβόνας και του Κέιπ Ταουν η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Tufts, ειδική σε θέματα κλιματικών κινδύνων, Έριν Κόλαν ντε Περέζ, σημείωσε πως μέχρι στιγμής «δεν είχαν κανένα ακραίο γεγονός» ξεκάθαρα «από τύχη».
Με το 2025 να αναμένεται να είναι ένα από τα θερμότερα έτη που έχουν καταγραφεί ποτέ, παρά το φαινόμενο Λα Νίνια που υποσχόταν ότι θα έφερνε δροσιά στον πλανήτη, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι οι φυσικές καταστροφές που προκαλούνται από την υπερθέρμανση του κόσμου αυξάνονται επικίνδυνα.
Αναμένονται περισσότερες ημέρες καύσωνα στην Αθήνα
Όπως διαπίστωσε νέα έρευνα, οι ζεστές, ξηρές και θυελλώδεις συνθήκες που οδήγησαν στις πυρκαγιές του Λος Άντζελες ήταν κατά 35% πιο πιθανές λόγω της κλιματικής αλλαγής. Στην περίπτωση της Αθήνας, η μοντελοποίηση από τον Χρήστο Γιαννακόπουλο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών δείχνει ότι, στην περίπτωση που δε σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η πρωτεύουσα της Ελλάδας θα έχει έως και 40 περισσότερες ημέρες με μέγιστες θερμοκρασίες άνω των 35 βαθμών Κελσίου κάθε χρόνο έως το 2050 σε σύγκριση με την περίοδο 1981-2000.
«Αυτού του είδους τα φαινόμενα σε τοπική κλίμακα είναι εξαιρετικά σπάνια» υποστηρίζει ο καθηγητής του Imperial College του Λονδίνου, Γκυγιέρμο Ρεν.
«Είναι σχεδόν αδύνατο να προβλέψει κανείς πότε θα συμβεί ένα ακραίο φαινόμενο και που» ανέφερε, ενώ πρόσθεσε πως «σε παγκόσμιο επίπεδο, όμως, τα φαινόμενα αυτά γίνονται όλο και πιο πιθανά».
«Τον επόμενο χρόνο θα υπάρξει μια μεγάλη πυρκαγιά που θα καταστρέψει μια μεγάλη κοινότητα. Αλλά δεν έχουμε απολύτως καμία ιδέα για το πού θα συμβεί αυτό» εξήγησε.
Ο Υμηττός πιθανό επόμενο «θύμα» πυρκαγιάς
«Νομίζω ότι ο Υμηττός θα είναι επόμενος» προειδοποιεί στους FT ο διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και συντονιστής της επιχειρησιακής μονάδας ΜΕΤΕΟ, Κώστας Λαγουβάρδος, αναφερόμενος στην πιθανή αφετηρία της επόμενης πυρκαγιάς στην Αθήνα.
Στον Υμηττό, που υψώνεται πάνω από τα ανατολικά της πόλης, ευδοκιμεί ένα πλούσιο πευκοδάκος, ενώ έχουν χτιστεί διάσπαρτα ιστορικά μοναστήρια. Σύμφωνα με προσομοιώσεις που πραγματοποίησε σε συνεργασία με τον πυρομετεωρολόγο Θεόδωρο Γιάνναρο, εκτιμούν πως εάν η πυρκαγιά ξεκινούσε από τους βόρειους πρόποδες του Υμηττού θα σημείωνε «πολύ γρήγορη πρόοδο» αν παράλληλα έπνεαν ισχυροί άνεμοι.
Η βλάστηση του βουνού ως πηγή καύσιμης ύλης και η επικράτηση ξηρών συνθηκών, θα μπορούσε να οδηγήσει τις φλόγες προς την πόλη.
«Είναι πολύ κοντά στα όρια της πόλης» προειδοποίησε ο κ. Λαγουβάρδος, προσθέτοντας ότι ενώ το βουνό είναι «πολύ καλά προστατευμένο» δεν είναι απίθανο να προκληθεί πυρκαγιά εάν οι συνθήκες το επιτρέπουν.
Η ευρύτερη περιοχή της Αθήνας, όπως και άλλοι «εύκολοι στόχοι» έχουν το «τέλειο μείγμα» των στοιχείων που απαιτούνται για μια πυρκαγιά, εξήγησε ο μοντελοποιητής της επιφάνειας της γης στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μεσοπρόθεσμων Καιρικών Προβλέψεων, Τζο ΜακΝόρτον. Οι πυρκαγιές χρειάζονται καύσιμη ύλη συχνά με τη μορφή βλάστησης, μια πηγή ανάφλεξης, όπως οι ακραία υψηλές θερμοκρασίες ή μια ανθρωπογενή πυρκαγιά και τις κατάλληλες καιρικές συνθήκες, όπως οι σφοδροί θυελλώδεις.
Νέα κτήρια κοντά σε βουνά και λόφους
Η αστική εξάπλωση αποτελεί το «κερασάκι στην τούρτα». Αν και οι δασικές πυρκαγιές δεν είναι νέο φαινόμενο, αυτό που προβληματίζει είναι το γεγονός ότι περισσότεροι άνθρωποι ζουν πλέον κοντά σε δυνητικά μεγάλες πηγές καύσιμης ύλης.
Από τη δεκαετία του 1950, η δόμηση στην Αθήνα έχει επεκταθεί περισσότερο στα βουνά, τους λόφους και τη θάλασσα που περιβάλλουν το κλεινόν άστυ.
Έτσι, πλέον συνυπάρχουν επιφάνειες δασικών ή αγροτικών περιοχών με αστικές περιοχές, με τα κτήρια και τις περιοχές άγριας βλάστησης να «συναντώνται» ή να «μπερδεύονται» αποτελώντας εύκολο σημείο ανάφλεξης πυρκαγιών.
Παρόλο που αυτές οι διεπιφάνειες καλύπτουν μόνο το 4,7% της χερσαίας επιφάνειας του πλανήτη, φιλοξενούν 3,5 δισεκατομμύρια ανθρώπους – σχεδόν το μισό πληθυσμό του πλανήτη, σύμφωνα με έρευνα του 2023. Στην Ευρώπη, η περιοχή αυτή αντιπροσώπευε το 15% της έκτασης της ηπείρου, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature.
Σε αυτές τις ζώνες, η ανθρώπινη δραστηριότητα μπορεί να προκαλέσει κατά λάθος μια πυρκαγιά και, λόγω της συγκέντρωσης του πληθυσμού, οι φωτιές αυτές αποτελούν εν τέλει μεγαλύτερο κίνδυνο για τους ανθρώπους και τις περιουσίες τους.
Ο πολλαπλασιασμός της βλάστησης στις παρυφές της Αθήνας – ή και σε άλλες πόλεις – συχνά μεταφράζεται στο γεγονός ότι «δεν υπάρχουν φυσικές αντιπυρικές ζώνες για να σταματήσουν τη διάδοση της πυρκαγιάς» προειδοποιεί ο ΜακΝόρτον, ειδικός σε θέματα μοντελοποίησης.
«Εκρηκτικό μείγμα» δε, είναι και τα υλικά κατασκευής των κτηρίων. Σε χώρες για παράδειγμα όπως η Αυστραλία, η Γερμανία και η Σκανδιναβία, όπου οι κατοικίες κατασκευάζονται από ξύλο, μια φωτιά θα μπορούσε να σαρώσει ολόκληρες γειτονιές.
Την ίδια ώρα, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και οι άνεμοι που πνέουν όταν ξεσπά μια φωτιά. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελούν οι άνεμοι Σάντα Άνα που οδήγησαν στην ταχύτατη εξάπλωση της πύρινης λαίλαπας στο Λος Άντζελες.
«Όταν δεν υπάρχει δυνατός άνεμος, στη σύγχρονη εποχή, οι πυροσβεστικές δυνάμεις μπορούν να τις σταματήσουν» επεσήμανε ο Ρεν. «Οι πυρκαγιές που κανείς δεν μπορεί να σταματήσει, συμβαίνουν όταν υπάρχουν ισχυροί άνεμοι».
Από τις πυρκαγιές στις πλημμύρες
Οι επιπτώσεις, όμως, των πυρκαγιών έχουν και μακροπρόθεσμες συνέπειες. Καθώς οι φλόγες καίνε τη βλάστηση, καθιστώντας το έδαφος ανίκανο να απορροφήσει το νερό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη επιφανειακή απορροή και ταχύτερα κινούμενα πλημμυρικά φαινόμενα.
«Το πρόβλημα δεν τελειώνει» στο τι μπορεί να κάψει μια φωτιά. «Υπάρχει επίσης αυξημένος κίνδυνος πλημμυρών» εξήγησε ο ειδικός σε θέματα κλιματικών καταστροφών και ακραίων φαινομένων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Μιχάλης Διακάκης.
Επιπτώσεις 10 ετών
Ο κίνδυνος αυτός διαρκεί έως και μια δεκαετία σε ορισμένες περιοχές, σύμφωνα με μελέτες που έχει διενεργήσει ο καθηγητής.
«Είναι εύκολο να μπλοκαριστεί ένα κρίσιμο ποτάμι σε ένα τμήμα του, σπρώχνοντας το νερό προς τα έξω και πλημμυρίζοντας μια περιοχή. Επομένως τα ορμητικά νερά μπορεί να κατέβουν τελικά προς το κέντρο της πόλης» σημείωσε.
Η ταχεία αστικοποίηση της Αθήνας έχει καταστήσει την πόλη ευάλωτη στις πλημμύρες, έρχεται να συμπληρώσει ο διευθυντής διαχείρισης προϊόντων στην εταιρεία αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και έρευνας Moody’s, Firas Saleh.
«Πολλά ρέματα και ποτάμια έχουν καλυφθεί ή υπερκαλυφθεί, μειώνοντας την ικανότητα της πόλης να διαχειρίζεται τις έντονες βροχοπτώσεις».
Παρόμοιους κινδύνους αντιμετωπίζουν όμως και άλλες πόλεις ανά την υφήλιο όπως η Νέα Υόρκη και αστικές περιοχές στη Νότια Καρολίνα, ανέφερε ο Saleh. Μάλιστα, η Moody’s εκτιμά ότι περίπου 2,4 δισ. άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ζουν σε περιοχές που κινδυνεύουν από πλημμύρες.
Επίσης κίνδυνο πλημμυρών διατρέχουν και το Χιούστον, το Ντάλας και η Ουάσινγκτον τόνισε η ανώτερη αναλύτρια δεδομένων στο Guidewire HazardHub, μια τεχνολογική πλατφόρμα που χρησιμοποιείται από την ασφαλιστική βιομηχανία, Μέλανι Βέλτμαν.
Με το πέρασμα των χρόνων, εάν κάτι γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο είναι το γεγονός ότι τελικά μια καταστροφή, που είναι προϊόν της κλιματικής κρίσης έχει συχνά πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, ακόμη και στην ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών.
«Η οικονομική μας ανάπτυξη είναι πολύ συνδεδεμένη με το τι συμβαίνει σε ακραίες καταστροφές» εξήγησε ο Διακάκης.
Σχεδιασμός πόλεων «εκ του μηδενός»
Τα νέα αυτά δεδομένα που διαμορφώνονται οδηγούν τους τοπικούς παράγοντες πόλεων και περιοχών να επανασχεδιάζουν ολόκληρες γειτονιές, με σκοπό την καλύτερη προσαρμογή στα ακραία φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής.