Το 2025 ήταν η χρονιά που επιβεβαίωσε κάτι που οι επιστήμονες επαναλαμβάνουν εδώ και καιρό: ο πλανήτης δεν «χτυπά καμπανάκια» απλώς – αντιδρά. Η κλιματική κρίση, η απώλεια βιοποικιλότητας και η ρύπανση δεν εμφανίζονται πια ως μεμονωμένα περιστατικά, αλλά ως ένα πλέγμα κινδύνων που επηρεάζει οικονομίες, υγεία, υποδομές και κοινωνική συνοχή. Κι όμως, μέσα στην πίεση, καταγράφονται και εξελίξεις που δείχνουν ότι η μετάβαση μπορεί να επιταχυνθεί – αν αποκτήσει κλίμακα, κανόνες και χρηματοδότηση.
Μία από τις πιο ηχηρές επιστημονικές διαπιστώσεις της χρονιάς ήρθε από το Potsdam Institute for Climate Impact Research (PIK) και το Planetary Health Check 2025: η ανθρωπότητα έχει πλέον υπερβεί επτά από τα εννέα πλανητικά όρια – τα κρίσιμα συστήματα που κρατούν τη Γη σε «ασφαλή ζώνη λειτουργίας». Το 2025 προστέθηκε και ένα ορόσημο με ισχυρό συμβολισμό αλλά και πραγματικό βάρος: η οξίνιση των ωκεανών πέρασε για πρώτη φορά το κρίσιμο κατώφλι. Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι η προσέγγιση tipping points αυξάνει την πιθανότητα μη αναστρέψιμων αλλαγών, με επιπτώσεις που δεν είναι μόνο περιβαλλοντικές, αλλά και οικονομικές: από την αγροτική παραγωγή μέχρι τον τουρισμό και τις ασφάλειες.
Η κλιματική κρίση, την ίδια στιγμή, μεταφράζεται σε γεγονότα με απτό αποτύπωμα. Σύμφωνα με εκτίμηση της Swiss Re, οι ασφαλισμένες ζημιές από φυσικές καταστροφές το 2025 μπορεί να προσεγγίσουν τα 145 δισ. δολάρια, περίπου 6% υψηλότερα από το 2024. Πλημμύρες, καταιγίδες, ξηρασίες και παρατεταμένοι καύσωνες δεν είναι πια «μαύροι κύκνοι» – τείνουν να γίνονται νέα κανονικότητα, δοκιμάζοντας υποδομές, εφοδιαστικές αλυσίδες και δημόσιους προϋπολογισμούς.
Στην ίδια κατεύθυνση, μια ανάλυση του World Economic Forum σε συνεργασία με την Boston Consulting Group εστιάζει σε έναν συχνά υποτιμημένο παράγοντα: την υγεία και την παραγωγικότητα. Η εκτίμηση μιλά για τουλάχιστον 1,5 τρισ. δολάρια σε απώλεια παραγωγικότητας έως το 2050, λόγω κλιματικά επιδεινούμενων κινδύνων σε τομείς όπως τα τρόφιμα/γεωργία, το δομημένο περιβάλλον και τα συστήματα υγείας. Με άλλα λόγια, η προσαρμογή δεν είναι «κόστος συμμόρφωσης»· είναι οικονομική στρατηγική ανθεκτικότητας.
Ανάμεσα στα πιο χειροπιαστά σημεία προόδου βρίσκονται τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης. Ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός (WMO) καταγράφει ότι περίπου 60% των χωρών διαθέτουν πλέον Multi-Hazard Early Warning Systems – μια αύξηση 113% σε μία δεκαετία. Ωστόσο, οι ανισότητες παραμένουν έντονες: στα μικρά νησιωτικά κράτη, που συχνά είναι και τα πιο εκτεθειμένα, μόλις 43% δηλώνει ότι έχει λειτουργικά συστήματα. Εδώ η βιώσιμη ανάπτυξη συναντά την κλιματική δικαιοσύνη: η προστασία ζωών δεν μπορεί να εξαρτάται από το μέγεθος ή το εισόδημα μιας χώρας.
Στο πεδίο της ρύπανσης, το 2025 έκλεισε χωρίς την πρόοδο που πολλοί ανέμεναν για μια παγκόσμια δεσμευτική συνθήκη περιορισμού της πλαστικής ρύπανσης. Οι διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας INC (UNEP) ολοκληρώθηκαν –μετά από 10 ημέρες συνομιλιών– χωρίς συμφωνία και με συνέχιση σε επόμενη φάση χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα. Κι όμως, ακόμη και σε αυτό το αδιέξοδο, αναδύεται κάτι κρίσιμο για τη βιώσιμη μετάβαση: τοπικές λύσεις, κοινωνικές καινοτομίες και ενδυνάμωση της κυκλικής οικονομίας, με έμφαση σε ανθρώπους που «κρατούν» την ανακύκλωση όρθια στην πράξη, συχνά χωρίς αναγνώριση ή προστασία.
Στον ενεργειακό χάρτη, η εικόνα είναι πιο ενθαρρυντική. Σύμφωνα με το Ember (Global Electricity Mid-Year Insights 2025), για πρώτη φορά η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές ξεπέρασε εκείνη από τον άνθρακα στο πρώτο εξάμηνο του 2025. Η παγκόσμια ζήτηση ηλεκτρισμού αυξήθηκε, όμως η αύξηση καλύφθηκε κυρίως από την επέκταση της ηλιακής και αιολικής παραγωγής: η ηλιακή σημείωσε άνοδο περίπου 31% και η αιολική περίπου 7,7%, ενώ η παραγωγή από άνθρακα υποχώρησε ελαφρά. Το μερίδιο των ΑΠΕ έφτασε περίπου 34,3% και του άνθρακα περίπου 33,1%. Δεν είναι «άλμα», είναι όμως ένα σήμα: η καθαρή ηλεκτροπαραγωγή μπορεί να κερδίσει το έδαφος όταν οι επενδύσεις, τα δίκτυα και οι πολιτικές ευθυγραμμίζονται.
Σε πολιτικό επίπεδο, η COP30 στο Μπελέμ της Βραζιλίας είχε χαρακτηριστεί «COP της εφαρμογής». Ο απολογισμός παραμένει μικτός. Υπήρξε συμφωνία για ενίσχυση της χρηματοδότησης προσαρμογής, με στόχο τα 120 δισ. δολάρια ετησίως, στο πλαίσιο ευρύτερων ροών κλιματικής χρηματοδότησης. Ταυτόχρονα, δημιουργήθηκε ο Belém Action Mechanism (BAM) για μια Παγκόσμια Δίκαιη Μετάβαση, με σαφείς αναφορές σε εργασιακά, ανθρώπινα και περιβαλλοντικά δικαιώματα – ένα βήμα που φέρνει τη βιωσιμότητα πιο κοντά στην κοινωνική διάσταση της ανάπτυξης.
Ωστόσο, η μεγάλη εικόνα παραμένει δύσκολη: η «στροφή» δεν έχει ακόμη την ταχύτητα που απαιτείται για να κρατηθεί ο κόσμος κοντά στον στόχο του 1,5°C. Και αυτό κάνει ακόμη πιο κρίσιμη τη μεταφορά της πολιτικής φιλοδοξίας σε επενδύσεις και εφαρμογή, σε επίπεδο επιχειρήσεων, δήμων και εθνικών σχεδίων.
Το 2025 έφερε έντονες εξελίξεις και στην τεχνολογία δέσμευσης/αξιοποίησης CO₂. Ερευνητική ομάδα του University of Houston παρουσίασε προσέγγιση με άνω του 90% απομάκρυνση CO₂, με εκτιμώμενο κόστος γύρω στα 70 δολάρια/τόνο, ενώ στο MIT, η χρήση νανο-φιλτραριστικών μεμβρανών υπόσχεται έως και εξαπλάσια αύξηση απόδοσης και μείωση κόστους. Παράλληλα, όμως, η αγορά δεν «τρέχει» με την ίδια ταχύτητα: εμπόδια τιμολόγησης, υποδομών και χρηματοδότησης κρατούν τον επενδυτικό αγωγό πιο υποτονικό απ’ όσο θα απαιτούσε η κλίμακα του προβλήματος
Η φύση επανήλθε δυνατά στο προσκήνιο, όχι ως «ρομαντική ιδέα», αλλά ως εργαλείο ανθεκτικότητας. Στην COP30 αναδείχθηκε ο μηχανισμός Tropical Forest Forever Facility (TFFF), με στόχο μακροπρόθεσμη, προβλέψιμη χρηματοδότηση σε χώρες που προστατεύουν τροπικά δάση και στηρίζουν τα δικαιώματα γης και τις τοπικές/ιθαγενείς κοινότητες. Την ίδια στιγμή, στην Ευρώπη ενισχύονται κινήσεις rewilding – από επανεγκαταστάσεις ειδών-κλειδιών μέχρι έργα αποκατάστασης υγροτόπων και παράκτιων οικοσυστημάτων, που λειτουργούν ως «φυσικές ασπίδες» απέναντι σε καταιγίδες, διάβρωση και πλημμύρες.
Το 2025 ήταν επίσης η χρονιά που ο κόσμος αποχαιρέτησε την Jane Goodall, μία από τις πιο εμβληματικές μορφές της οικολογικής συνείδησης και της επιστημονικής παρατήρησης με κοινωνικό αντίκτυπο. Η κληρονομιά της –επιστήμη, εκπαίδευση, ακτιβισμός, δουλειά με νέους– είναι υπενθύμιση ότι η αλλαγή δεν είναι μόνο θέμα τεχνολογίας και πολιτικής, αλλά και πολιτισμού: του πώς αντιλαμβανόμαστε τη σχέση μας με τα άλλα είδη και τα οικοσυστήματα.
Παρά τη γενική δυσκολία της παγκόσμιας διακυβέρνησης, το 2025 έφερε και θετικά νέα για τους ωκεανούς. Η Συμφωνία του ΠΟΕ για τις επιδοτήσεις στην αλιεία τέθηκε σε ισχύ, στοχεύοντας στην ανάσχεση επιδοτήσεων που τροφοδοτούν την υπεραλίευση – με εκτιμήσεις για περίπου 22 δισ. δολάρια ετησίως σε επιζήμιες επιδοτήσεις. Παράλληλα, η συμφωνία BBNJ («Υψηλές Θάλασσες») έφτασε το όριο των 60 επικυρώσεων που ενεργοποιούν την έναρξη ισχύος της, με ορίζοντα εφαρμογής μέσα στο 2026, δημιουργώντας για πρώτη φορά ένα συνεκτικό πλαίσιο προστασίας για τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις πέρα από την εθνική δικαιοδοσία.
Αν το 2025 αφήνει ένα συμπέρασμα, είναι ότι ο κόσμος κινείται πάνω σε λεπτή γραμμή: τα δεδομένα δείχνουν στενότερα όρια αντοχής, υψηλότερο οικονομικό κόστος και πολιτική βούληση που δεν είναι πάντα ανάλογη της απειλής. Την ίδια στιγμή, όμως, υπάρχουν σαφείς δείκτες μιας άλλης πορείας: περισσότερες ΑΠΕ, καλύτερη προειδοποίηση κινδύνων, νέα εργαλεία χρηματοδότησης για δάση, διεθνείς συμφωνίες για ωκεανούς, τεχνολογικά άλματα στη δέσμευση άνθρακα.
Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν υπάρχουν λύσεις. Είναι αν οι θετικές εξελίξεις θα αποκτήσουν την κλίμακα και την ταχύτητα που χρειάζονται – πριν οι υπερβάσεις γίνουν μη αναστρέψιμες.
Πηγή/έμπνευση θεμάτων: World Economic Forum (με αναφορές σε PIK, Swiss Re, WMO, UNEP, Ember, WTO, BBNJ).

