Οι βραστές πατάτες, τα φασόλια πιάζ, τα κρεμμυδάκια, τα σκορδάκια, τα τουρσιά, οι ελιές, ο χαλβάς και τα νηστίσιμα θαλασσινά αποτελούν την κύρια τροφή μας, την Καθαρή Δευτέρα, που η παράδοση απαιτεί να μην υπάρχουν, στο τραπέζι μας, μαγειρεμένα φαγητά.
Γενικά, όλα τα τρόφιμα, που στολίζουν το τραπέζι της Καθαρής Δευτέρας, είναι αρκετά ακριβά και οι τιμές τους διαμορφώνονται ελεύθερα. Η παραδοσιακή λαγάνα π.χ., δε διαφέρει σε τίποτα από το ψωμί, που προμηθευόμαστε, καθημερινά. Παρασκευάζεται, από το ίδιο αλεύρι, με το κοινό ψωμί και, όμως, η τιμή της είναι μεγαλύτερη, από αυτή του κοινού ψωμιού. Αν συνυπολογίσουμε και το μικρότερο βάρος της, τότε η τιμή της είναι δυσανάλογα υψηλή.
Η ταραμοσαλάτα είτε αγοράζεται έτοιμη, είτε παρασκευάζεται στο σπίτι, καλό είναι να έχει λευκό έως καστανό ανοιχτό χρώμα, γιατί έτσι αποφεύγουμε τις χρωστικές ουσίες. Επίσης πρέπει να έχει χρώμα ομοιόμορφο, σε όλη την ποσότητά της. Η οσμή και η γεύση της πρέπει να είναι ευχάριστη.
Όσοι, από εμάς, αγοράσουμε θαλασσινά, πρέπει να γνωρίζουμε ότι, είτε πωλούνται χύμα, είτε συσκευασμένα, πρέπει να μας δίνονται συγκεκριμένες πληροφορίες, μέσω της επισήμανσης (ετικέτας) τους.
Σ’ αυτά που πουλιούνται χύμα η πινακίδα τους πρέπει να περιλαμβάνει:
1. την εμπορική ονομασία πώλησης π.χ. γάβρος, σουπιά, κ.α.,
2. την προέλευσή του (χώρα και ζώνη αλίευσης π.χ. FAO39),
3. τη μέθοδο παραγωγής, π.χ.«αλιεύτηκε στη θάλασσα…», ή «αλιεύτηκε σε γλυκά νερά…»,μ ή «εκτροφής ή υδατοκαλλιέργειας…»,
4. την τιμή πώλησης, ανά κιλό βάρους.
Εφόσον είναι συσκευασμένα, η επισήμανση (ετικέτα) πρέπει να περιλαμβάνει:
1. την εμπορική ονομασία πώλησης,
2. το καθαρό βάρος,
3. τη χρονολογία ανάλωσης,
4. τυχόν άλλα συστατικά, που περιέχει και αν αυτά είναι αλλεργιογόνα, εφόσον έχει υποστεί επεξεργασία,
5. τις ιδιαίτερες συνθήκες συντήρησης και χρήσης,
6. το όνομα, την εμπορική επωνυμία και τη διεύθυνση του εργαστηρίου επεξεργασίας, με υγειονομικό σήμα, δηλαδή τη σφραγίδα της επιχείρησης, η οποία είναι μικρή και ελλειψοειδής και όπου αναφέρεται ο Κωδικός Αριθμός της επιχείρησης, πχ.EL 30.A.60. EU,
7. τη μέθοδο παραγωγής, π.χ. «αλιεύτηκε στη θάλασσα…», ή «αλιεύτηκε σε γλυκά νερά…», ή «εκτροφής ή υδατοκαλλιέργειας…»
8. την περιοχή αλίευσης και τη χώρα προέλευσης,
9. την κατηγορία αλιευτικού́ εργαλείου, που χρησιμοποιήθηκε, σε περίπτωση προϊόντος αλίευσης,
10. την τιμή πώλησης ανά κιλό βάρους.
Επιπλέον, για τις παρακάτω κατηγορίες θαλασσινών, πρέπει να γνωρίζουμε:
1. Μαλάκια:
α. Κεφαλόποδα (χταπόδια, καλαμάρια, σουπιές, μοσχιοί, θράψαλα, κ.λπ.): Τα βρίσκουμε στην αγορά, είτε ως νωπά, είτε ως κατεψυγμένα, ή ως αποψυγμένα, δηλ. ως κατεψυγμένα που αποψύχθηκαν.
- Νωπά: Προσέχουμε ιδίως την οσμή, η οποία πρέπει να είναι η οσμή της θάλασσας. Οποιαδήποτε άλλη οσμή θεωρείται μη φυσιολογική. Επίσης, η σάρκα πρέπει να είναι συμπαγής, ελαστική, γυαλιστερή και τα πλοκάμια-βεντούζες να είναι ανθεκτικά στο τράβηγμα.
- Κατεψυγμένα: Τα κατεψυγμένα πρέπει να συντηρούνται, σε καταψύκτη, στους -18°C, στο σημείο πώλησής τους, να πωλούνται συσκευασμένα και να φέρουν τις προαναφερόμενες ενδείξεις.
β. Δίθυρα (μύδια, κυδώνια, γυαλιστερές, στρείδια, κ.λπ.): Πωλούνται συσκευασμένα, σε μικρές συσκευασίες (συνήθως σε δίχτυ), οι οποίες φέρουν το υγειονομικό σήμα, καθώς και όλες τις υποχρεωτικές ενδείξεις. Σε κάθε περίπτωση, τα οστρακοειδή πρέπει να είναι ζωντανά, πριν καταναλωθούν και ο έλεγχός τους είναι εύκολος. Τα κελύφη τους πρέπει να είναι ερμητικά κλειστά, ή αν είναι μερικώς ανοιχτά, με την ελάχιστη πίεση, πάνω στο κέλυφος, πρέπει να κλείνουν ερμητικά μόνα τους. Αν τα κελύφη τους είναι ανοικτά, ΕΙΝΑΙ ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΑ ΚΑΙ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΝΤΑΙ.
Τα μύδια πωλούνται, με κέλυφος, ή χωρίς κέλυφος και κατεψυγμένα. Τα μύδια, χωρίς κέλυφος, συσκευάζονται μέσα σε πλαστικές σακούλες, με μια ποσότητα πόσιμου νερού. Στη συσκευασία τους, πρέπει να φέρουν όλες τις υποχρεωτικές ενδείξεις, που προαναφέρθηκαν. Τα κατεψυγμένα πρέπει να φέρουν, ομοίως, όλες τις υποχρεωτικές ενδείξεις. Το ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. – Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, για την προστασία των καταναλωτών, από τον ιό της ηπατίτιδας Α, συστήνει μαγείρεμα των φρέσκων οστρακοειδών στον ατμό, για τουλάχιστον 90 δευτερόλεπτα ή βρασμό́ τους, στους 85 ° C-90° C, για 4 λεπτά, πριν την κατανάλωση.
γ. Γαστερόποδα (σαλιγκάρια): Διατίθενται στην αγορά, είτε ως νωπά, χωρίς συσκευασία, είτε ως κατεψυγμένα. Τα νωπά πρέπει να είναι, οπωσδήποτε, ζωντανά. Τα κατεψυγμένα πρέπει να φέρουν, στη συσκευασία τους, όλες τις υποχρεωτικές ενδείξεις.
2. Εχινόδερμα: Είναι οι γνωστοί μας αχινοί, οι οποίοι πρέπει να είναι ζωντανοί, όταν καταναλώνονται. Στους ζωντανούς αχινούς, βλέπουμε να κινούνται τα αγκάθια τους.
3. Μαλακόστρακα (γαρίδες, καραβίδες, αστακοί, καβούρια, ψείρες, γάμπαρι, κ.λπ.): Όταν είναι ζωντανά κινούν τις κεραίες και τα πόδια. Πρέπει να έχουν την ευχάριστη οσμή της θάλασσας, τα αρθρωτά τους τμήματα (πόδια) να είναι στερεά προσκολλημένα στο σώμα, η επιφάνειά τους να είναι γυαλιστερή και το κεφάλι τους δεν πρέπει να φέρει μαύρες εστίες, ή να είναι όλο μελανιασμένο. Τα κατεψυγμένα πρέπει να φέρουν, στη συσκευασία τους, όλες τις προβλεπόμενες ενδείξεις.
Πριν από κάθε προμήθεια θαλασσινών, επιστρατεύουμε όλη την προσοχή μας. Τα θαλασσινά, γενικά, είναι εξαιρετικά ευαίσθητα. Η οσμή και η εξωτερική όψη τους είναι τα πιο σταθερά χαρακτηριστικά, για να κρίνουμε την καταλληλότητά τους. Πρέπει να ελέγχουμε, πάντα, το βάρος των προϊόντων, όταν τα αγοράζουμε (να τα ζυγίζουμε και αλλού).
Ορισμένα είδη θαλασσινών διαφέρουν, ελάχιστα μεταξύ τους, στη μορφολογία. Διαφέρουν, όμως, στην τιμή πώλησής τους, πχ. καλαμάρια-θράψαλα, χταπόδια-μοσχιοί, μπαρμπούνια-κουτσομούρες. Πρέπει να προσέχουμε καλά, την πινακίδα, όπου αναγράφονται οι πληροφορίες της ονομασίας πώλησης. Το ίδιο πρέπει να κάνουμε, για τα κατεψυγμένα αλιεύματα, που πωλούνται, μετά από απόψυξη και για τα οποία πρέπει να αναγράφεται ότι είναι αποψυγμένα, στην πινακίδα πώλησής τους. Οι καταναλωτές, που πάσχουν, από αλλεργίες, πρέπει να λάβουν υπόψη τους ότι τα αλιεύματα είναι αλλεργιογόνα.
Τέλος, τα αλιεύματα, που προέρχονται, από υδατοκαλλιέργειες θαλασσινού, ή γλυκού νερού, πρέπει να αναγράφουν όλες τις προαναφερόμενες ενδείξεις, στην πινακίδα πώλησής τους. Στα είδη αυτά περιλαμβάνονται τσιπούρες, λαβράκια, φαγκριά, μυλοκόπια, χιόνες (μυτάκια), σολομός, γαρίδες, πέστροφες κ.ά. Θα πρέπει να επισημανθεί, η μεγάλη ομοιότητά τους, με τα άγρια είδη, που αλιεύονται αλλά και η μεγάλη διαφορά στις τιμές τους, με συνακόλουθο τον κίνδυνο παραπλάνησης του καταναλωτή.