Η αρχική φιλοσοφία του ESG στηριζόταν στην αποφυγή επενδύσεων που επιβαρύνουν το περιβάλλον, την κοινωνία και τη διακυβέρνηση. Ωστόσο, η γεωπολιτική αστάθεια, η ενεργειακή κρίση και η αυξανόμενη ανάγκη για ασφάλεια επαναπροσδιορίζουν τα κριτήρια. Στον νέο αυτό διάλογο, διαμορφώνονται δύο αντίθετες τάσεις:
Από τη μία, υποστηρικτές της στροφής προς την ενσωμάτωση της αμυντικής βιομηχανίας στα ESG χαρτοφυλάκια τονίζουν ότι σταθερότητα και ασφάλεια αποτελούν προϋποθέσεις βιώσιμης ανάπτυξης. Από την άλλη, οργανώσεις όπως οι PAX και ShareAction καταγγέλλουν ότι η επένδυση σε πυρηνικά συστήματα και εταιρείες που παράγουν όπλα υπονομεύει την ουσία της βιώσιμης επένδυσης, θέτοντας σε κίνδυνο τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη φήμη και τη συμμόρφωση με τους κλιματικούς στόχους.
Το Νορβηγικό Κρατικό Ταμείο, το μεγαλύτερο στον κόσμο, έχει ήδη μαυρίσει πολλές εταιρείες της αμυντικής βιομηχανίας. Ωστόσο, ακόμη και στη Νορβηγία αυξάνονται οι φωνές που ζητούν επανεξέταση της στάσης αυτής, καθώς η ασφάλεια αποκτά στρατηγική βαρύτητα.
Η συζήτηση περιπλέκεται από το κλιματικό αποτύπωμα: το ΝΑΤΟ ευθύνεται για 256 εκατ. τόνους CO₂ το 2024, ποσότητα πέντε φορές μεγαλύτερη από τις ετήσιες εκπομπές της Ελλάδας. Με τον σχεδιασμό για διπλασιασμό των αμυντικών επενδύσεων, το περιβαλλοντικό βάρος αναμένεται να αυξηθεί, προκαλώντας σύγκρουση με τους στόχους του 1,5°C και τις δεσμεύσεις της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Η αντιπαράθεση εγείρει κρίσιμα ερωτήματα:
Πόσο ευέλικτα μπορούν να είναι τα ESG κριτήρια χωρίς να χάσουν την αξιοπιστία τους;
Πώς συνδυάζεται η ασφάλεια με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης όπως ο SDG 13 (Δράση για το Κλίμα) και ο SDG 16 (Ειρήνη, Δικαιοσύνη και Ισχυροί Θεσμοί);
Το δίλημμα ESG παραμένει ανοικτό: μπορεί η βιώσιμη επένδυση να συνυπάρξει με την αμυντική βιομηχανία χωρίς να χάσει τον ηθικό της πυρήνα; Η απάντηση θα διαμορφώσει τις ESG στρατηγικές της επόμενης δεκαετίας, καθώς οι επενδυτές καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα στη σταθερότητα και τη νομιμοποίηση των κριτηρίων βιωσιμότητας.

									 
					