Με αφορμή την εξαγγελία του πολλαπλού σχολικού εγχειριδίου από τον κ. Πιερρακάκη, αρκετοί φίλοι – έμπειροι εκπαιδευτικοί – διατυπώνουν τις επιφυλάξεις τους για την σκοπιμότητά του, επικαλούμενοι την αποτυχημένη εφαρμογή του κατά τις αρχές του 2000, κι ως έναν βαθμό έχουν δίκιο.
Πράγματι, αν το μόνο που θα αλλάξει στο εκπαιδευτικό τοπίο είναι η εισαγωγή του πολλαπλού εγχειριδίου, και όλα τα υπόλοιπα παραμείνουν τα ίδια, ούτε αυτή τη φορά η εισαγωγή του θα επιτύχει. Ποια λοιπόν είναι “όλα τα υπόλοιπα” που αν δεν αλλάξουν θα καταδικάσουν, για ακόμη μια φορά, την επιτυχία του μέτρου;
Απαριθμώ εν συντομία:
- Πρώτο και καλύτερο είναι ο τρόπος εισαγωγής στα ΑΕΙ. Αν εξακολουθήσει να είναι στη μορφή των καθετοποιημένων πανελλαδικών εξετάσεων, που απαιτούν κομφορμιστικές και μονολιθικές απαντήσεις, και αποφασίζουν από τη “στιγμιαία” απόδοση του εξεταζόμενου την εισαγωγή του ή μη στα Πανεπιστήμια, τότε η “πολλαπλότητα” των πηγών, εκτός από περιττή είναι και επιζήμια. Περιττή, διότι τι νόημα έχουν οι διαφορετικές εκδοχές στη διαχείριση μιας έννοιας, ενός φαινομένου κτλ, όταν ΜΙΑ μόνον από αυτές επιβραβεύεται βαθμολογικά; και επιζήμια, εξαιτίας του κομφούζιου που θα δημιουργηθεί στην ομογενοποίηση της διόρθωσης των γραπτών, και κυρίως, της σύνταξης των θεμάτων.
- Δεύτερον, η επακριβώς ορισμένη, και ιδιαιτέρως, στενή – ό,τι διδάσκεται στη Γ’ Λυκείου – εξεταστέα ύλη. Η αιτία δηλαδή για την οποία το ένα και μοναδικό σχολικό εγχειρίδιο, έχει καταστεί το ιερό ΚΟΡΑΝΙ της διδασκαλίας ενός αντικειμένου, που καθώς έχει εξαντληθεί ως πηγή θεμάτων στις διαδοχικές εξετάσεις, ωθεί τους θεματοθέτες, να “ξύνουν τον πάτο του βαρελιού” για να επινοούν, ολοένα και περισσότερο εξεζητημένα, και ευφάνταστα θέματα, που – ειρήσθω εν παρόδω – τελικώς το καταστρατηγούν.
- Ο χρόνιος εθισμός εκπαιδευτικών και μαθητών σε έναν χρησιμοθηρικό τύπο διδασκαλίας και μάθησης, ο οποίος αντί της κριτικής σκέψης, καλλιεργεί τη συντεταγμένη, που επιβραβεύει την εκμάθηση τεχνικών επιτυχούς συμμετοχής στις εξετάσεις.
Έτσι λοιπόν οι καλοί φίλοι, δεν έχουν άδικο, αν στο παγωμένο στον χρόνο, τοπίο της εκπαίδευσης, το μόνο που θα αλλάξει θα είναι το πολλαπλό σχολικό εγχειρίδιο.
Αν όμως οδηγηθούμε προοπτικά στο θεσμό του Εθνικού Απολυτηρίου, που διαχέει την αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών σε τρια χρόνια – αντί για μια στιγμή – τότε και οι τρεις παράγοντες στασιμότητας που ανέφερα, εξαλείφονται και δημιουργούν το κατάλληλο περιβάλλον για την καρποφόρα εισαγωγή του πολλαπλού εγχειριδίου.
Μα θα αναρωτηθεί ο σώφρων και απαισιόδοξος, αν πράγματι το υπάρχον σχολείο, η διοίκησή του, και οι εκπαιδευτικοί του, μπορούν να εξασφαλίσουν στο θεσμό του Εθνικού Απολυτηρίου, το αδιάβλητο και την αξιοπιστία, που παρέχουν οι Πανελλαδικές Εξετάσεις; Και θα έχει επίσης δίκιο. Το υπάρχον σχολείο δεν μπορεί να προσφέρει τα σχετικά εχέγγυα. Τι είπαμε όμως στην αρχή; Για να βελτιωθεί η εικόνα του παζλ της εκπαίδευσης, δεν φτάνει η αλλαγή σε ένα μόνο από τα κομμάτια του. Χρειάζεται η αλλαγή σε όλα. Με σταδιακά, αλλά τολμηρά βήματα.
Και η κατακλείδα. Όταν οι πολιτικοί, οι εκπαιδευτικοί και οι δημοσιολογούντες -υπέρμαχοι ή ενάντιοι του πολλαπλού σχολικού εγχειριδίου, αναφέρονται σε αυτό, συχνά δημιουργούν την εντύπωση πως η καθιέρωσή του αποτελεί μια εξωτική και “σούπερ ντούπερ” μεταρρύθμιση. Όμως κάνουν λάθος. Το πολλαπλό σχολικό εγχειρίδιο υπάρχει στη μνήμη της εκπαίδευσής μας, ήδη από τη δεκαετία του 70. Αν μάλιστα ο καλός και νεαρός υπουργός παιδείας θελήσει να μάθει, πώς ακριβώς λειτουργούσε, μπορεί να αποταθεί στους εναπομείναντες εν ενεργεία εκπαιδευτικούς, που ήσαν μαθητές κατά τη δεκαετία αυτή. Θα του πουν από πρώτο χέρι, πόσο είχαν επωφεληθεί, όταν για παράδειγμα διάβαζαν Φυσική, και από τον Μάζη, και από τον Περιστεράκη, και από τον Αλεξόπουλο, παρότι πονοκεφάλιαζαν, από τους διαφορετικούς τύπους – θυμάμαι ακόμη τη διαφορετική εκδοχή τής διηλεκτρικής σταθεράς, στους τύπους του Ηλεκτρισμού – και τον διαφορετικό ορισμό των ίδιων εννοιών στα τρία αξιολογότατα βιβλία.
O Θάνος Καψάλης είναι βιολόγος -συγγραφέας