Η εφαρμογή του νέου πόρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος βασίζεται στα μη ανακυκλώσιμα απορρίμματα πλαστικών συσκευασιών, αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα από την εισαγωγή του το 2021. Σύμφωνα με την πρόσφατη ειδική έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), οι καθυστερήσεις στην κινητοποίηση των κρατών μελών και τα προβλήματα με τη συγκρισιμότητα και την αξιοπιστία των στοιχείων έχουν καταστήσει δύσκολη την υλοποίηση του στόχου. Ο εν λόγω πόρος, που σχεδιάστηκε για να ενισχύσει την ανακύκλωση και να μειώσει την κατανάλωση πλαστικών προϊόντων μιας χρήσης, δεν έχει μέχρι στιγμής αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Από το 2021, τα κράτη μέλη καλούνται να συνεισφέρουν 0,8 ευρώ για κάθε κιλό μη ανακυκλωμένων απορριμμάτων πλαστικών συσκευασιών που παράγουν. Ο πόρος αυτός υπολογίζεται με βάση τις προβλέψεις για τις ποσότητες απορριμμάτων, με τα σχετικά δεδομένα να καθίστανται διαθέσιμα με καθυστέρηση δύο ετών. Παρά το γεγονός ότι το 2023 τα έσοδα από τον πόρο αυτό έφτασαν τα 7,2 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία αντιπροσωπεύουν το 4% των συνολικών εσόδων της ΕΕ, τα προβλήματα στη συλλογή και ανάλυση των στοιχείων παραμένουν, οδηγώντας σε ανακριβείς εκτιμήσεις και δυσκολίες στον προϋπολογισμό.
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που επισημαίνει το ΕΕΣ είναι η απουσία κατάλληλων ελέγχων για την εξακρίβωση της πραγματικής ανακύκλωσης των πλαστικών απορριμμάτων. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι χώρες της ΕΕ δεν είναι σε θέση να επαληθεύσουν εάν τα απορρίμματα που δηλώνονται ως ανακυκλωμένα έχουν όντως υποβληθεί σε διαδικασίες ανακύκλωσης ή εάν καταλήγουν σε αποτέφρωση, χωματερές ή ακόμα και στο φυσικό περιβάλλον. Επιπλέον, τα απορρίμματα που εξάγονται σε τρίτες χώρες παραμένουν ανεπαρκώς ελεγχόμενα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διασφαλιστεί ότι η ανακύκλωση πληροί τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Αυτή η κατάσταση, σύμφωνα με το ΕΕΣ, υπονομεύει τόσο το περιβάλλον όσο και τα έσοδα από τον συγκεκριμένο πόρο.
Το ΕΕΣ τονίζει επίσης ότι πολλές χώρες της ΕΕ δεν ήταν προετοιμασμένες για την εφαρμογή του πόρου αυτού. Μόλις πέντε κράτη μέλη είχαν ενσωματώσει την οδηγία για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας στο εθνικό τους δίκαιο εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών, αναγκάζοντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει εναντίον των υπόλοιπων 22 κρατών. Μάλιστα, κατά τον χρόνο του ελέγχου, μία από αυτές τις διαδικασίες παρέμενε σε εξέλιξη. Σε πολλές περιπτώσεις, βασικές διατάξεις, όπως αυτές που αφορούν τον ορισμό του “πλαστικού” ή της “συσκευασίας”, καθώς και τη μέθοδο υπολογισμού των απορριμμάτων, δεν είχαν μεταφερθεί σωστά στο εθνικό δίκαιο. Αυτό δημιουργεί περαιτέρω καθυστερήσεις και σύγχυση στην εφαρμογή της πολιτικής.
Ακόμη ένα πρόβλημα που ανέδειξε το ΕΕΣ είναι οι διαφορετικές προσεγγίσεις που ακολουθούν τα κράτη μέλη στην κατάρτιση δεδομένων για την ανακύκλωση των πλαστικών απορριμμάτων. Μόλις έξι χώρες συλλέγουν στοιχεία σύμφωνα με τα πρότυπα της ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη την είσοδο των απορριμμάτων στην ανακύκλωση, ενώ οι υπόλοιπες χρησιμοποιούν μεθόδους που βασίζονται στην έξοδο από τις εγκαταστάσεις διαλογής. Αυτές οι ασυνεπείς μέθοδοι προκαλούν αποκλίσεις στα αποτελέσματα και μειώνουν την αξιοπιστία των δεδομένων, επηρεάζοντας όχι μόνο τον υπολογισμό των συνεισφορών στον πόρο, αλλά και την επίτευξη των στόχων ανακύκλωσης που έχουν οριστεί στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Η εφαρμογή του πόρου αυτού το πρώτο έτος, το 2021, αποκάλυψε ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα με τις προβλέψεις των κρατών μελών. Συγκεκριμένα, η πλειονότητα των κρατών είχε υποεκτιμήσει την ποσότητα των μη ανακυκλωμένων πλαστικών απορριμμάτων κατά 1,4 δισεκατομμύρια κιλά. Αυτό οδήγησε σε υποεκτίμηση των εσόδων από τον πόρο κατά 1,1 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή σχεδόν το ένα πέμπτο των 5,9 δισεκατομμυρίων που εισπράχθηκαν το 2021. Προκειμένου να καλυφθεί αυτή η διαφορά, απαιτήθηκε η χρήση άλλων πόρων του προϋπολογισμού της ΕΕ.
Οι ίδιοι πόροι της ΕΕ, στους οποίους ανήκει και ο πόρος που βασίζεται στα πλαστικά απορρίμματα, αποτελούν βασικές πηγές χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Πριν από την εισαγωγή αυτού του πόρου το 2021, οι κύριοι πόροι ήταν οι τελωνειακοί δασμοί, οι συνεισφορές από τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) και οι συνεισφορές από το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα των κρατών μελών. Ωστόσο, η εισαγωγή του νέου αυτού πόρου ανέδειξε την ανάγκη για βελτιώσεις στους μηχανισμούς παρακολούθησης και εφαρμογής.
Ο Λευτέρης Χριστοφόρου, Μέλος του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου και αρμόδιος για τον έλεγχο, τόνισε τη σημασία της ενίσχυσης των ελέγχων και της βελτίωσης των διαδικασιών συλλογής δεδομένων. “Η εισαγωγή ενός νέου πόρου είναι ένα θετικό βήμα, αλλά τα προβλήματα στον υπολογισμό των εσόδων εξακολουθούν να είναι πολλά. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα για να τα αντιμετωπίσει, αξιοποιώντας τα διδάγματα από αυτή την εμπειρία για την προετοιμασία μελλοντικών πηγών εσόδων”, ανέφερε χαρακτηριστικά.
Συμπερασματικά, η εφαρμογή του ευρωπαϊκού πόρου από τα μη ανακυκλώσιμα πλαστικά απορρίμματα ξεκίνησε με πολλές δυσκολίες. Τα προβλήματα στον συντονισμό των κρατών μελών, η έλλειψη συγκρισιμότητας των δεδομένων και οι ανεπαρκείς έλεγχοι αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην επίτευξη των στόχων του πόρου. Το ΕΕΣ προειδοποιεί ότι, χωρίς άμεσες βελτιώσεις, ο στόχος για μείωση των πλαστικών απορριμμάτων και ενίσχυση της ανακύκλωσης ενδέχεται να παραμείνει ανεκπλήρωτος, με επιπτώσεις τόσο στο περιβάλλον όσο και στα έσοδα της ΕΕ.