Αθάνατες ροκιές και ένα ζωντανό κίνημα για την ειρήνη , την αγάπη και τη μουσική. Μπροστά σε 500. 000 νέους των swinging sixties, άρχιζε στις 15 Αυγούστου 1969 το τριήμερο φεστιβάλ του Woodstock.
Ήταν το αποκορύφωμα και ο επίλογος μιας εποχής. Το σάουντρακ ενός ντοκιμαντέρ-αυταπάτη. Η ήττα μιας γενιάς που διεκδίκησε το παν και έγραψε ιστορία , η λάμψη της οποίας θα την κατατάσσει στους αιώνιους νικητές…
Οι διοργανωτές περίμεναν από εξήντα μέχρι εκατό χιλιάδες κόσμου την ημέρα έναρξης , στις 15 Αυγούστου 1969, αλλά τελικά πλήθη 500.000 ανθρώπων γέμισαν τη φάρμα του Μαξ Γιασγκούρ στο Μπέθελ της Νέας Υόρκης, για να ζήσουν την εμπειρία αυτού που τους υποσχέθηκαν ότι θα είναι «τριήμερο ειρήνης και μουσικής».
Οι σημαντικότεροι από αυτούς που έπαιξαν ήταν ο Κάρλος Σαντάνα, η Τζάνις Τζόπλιν, ο Τζίμι Χέντριξ, η Τζόαν Μπαέζ, o Τζο Κόκερ, ο Ρίτσι Χέβενς, ο Πολ Μπάτερφιλντ, οι Who, οι Jefferson Airplane, οι Grateful Dead, οι Mountain, οι Canned Heat, οι Band, οι Crosby, Stills, Nash and Young, οι Ten Years After
Η μουσική που ακούστηκε στο Γουντστοκ ήταν μείγμα ροκ εντ ρολ, ποπ, φολκ, μέχρι και “classic indian”! Η ατμόσφαιρα ήταν αυτή της αποθέωσης της προσωπικής έκφρασης, της χαλαρής αποδοχής του “sex and drugs” , της αποδοκιμασίας του πολέμου στο Βιετνάμ.
Το τοπίο είχε λιακάδα, βροχή, λάσπες, αγελάδες(!) και αγάπη!
Μαρτυρίες οπαδών που βρέθηκαν εκεί , αλλά και μουσικών και κατοικιών της περιοχής, συγκλίνουν σε ένα κλίμα του “είμαστε ένα” που επικράτησε ανάμεσα σε ανθρώπους που ήταν τελείως ξένοι μέχρι χθες.