Οι ασφαλιστικές εταιρείες παγκοσμίως δεν έχουν ακόμη αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητες των λεγόμενων «nature-based approaches», δηλαδή των λύσεων που ενσωματώνουν φυσικά οικοσυστήματα στη στρατηγική τους για διαχείριση κινδύνων και ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική κρίση, σύμφωνα με νέα ανάλυση του UNEP Finance Initiative.
Η έκθεση του ΟΗΕ επισημαίνει ότι, παρότι οι κίνδυνοι που σχετίζονται με τη φύση — όπως η απώλεια βιοποικιλότητας, η αποψίλωση των δασών και η υποβάθμιση εδαφών — αυξάνονται συνεχώς, ο ασφαλιστικός κλάδος δεν έχει εντάξει συστηματικά τις nature-based λύσεις στο επιχειρηματικό του μοντέλο.
Οι περισσότερες ασφαλιστικές δεν διαθέτουν πολιτικές ή εργαλεία για τη μέτρηση των οφελών ή την αποτίμηση των κινδύνων που σχετίζονται με τα οικοσυστήματα.
Αυτό δημιουργεί ένα χάσμα ανάμεσα στη θεωρητική αναγνώριση της σημασίας της φύσης και στην πρακτική ενσωμάτωσή της στα ασφαλιστικά προϊόντα.
Οι nature-based λύσεις μπορούν να μειώσουν σημαντικά:
το κόστος αποζημιώσεων σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών,
και να ενισχύσουν τη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα έναντι ακραίων φαινομένων, όπως πλημμύρες, καταιγίδες και παράκτια διάβρωση.
Παρά τα πλεονεκτήματα, η εφαρμογή τους παραμένει περιορισμένη, κυρίως λόγω:
έλλειψης αξιόπιστων δεδομένων,
και δυσκολίας ποσοτικοποίησης των “οικοσυστημικών υπηρεσιών”, όπως η απορρόφηση CO₂ ή η φυσική προστασία ακτών.
Το UNEP καλεί τις ασφαλιστικές να αντιμετωπίσουν τη φύση ως οικονομικό κεφάλαιο, όχι απλώς ως περιβαλλοντικό παράγοντα.
Οι εταιρείες μπορούν να διαδραματίσουν κομβικό ρόλο στην προστασία των οικοσυστημάτων, μέσω:
επενδύσεων σε έργα αποκατάστασης,
ανάπτυξης ασφαλιστικών προϊόντων που επιβραβεύουν φιλικές προς τη φύση πρακτικές,
και ενσωμάτωσης δεικτών φύσης (nature KPIs) στα ESG μοντέλα κινδύνου.
Η ανάλυση του UNEP λειτουργεί τόσο ως προειδοποίηση όσο και ως πρόσκληση:
αν ο ασφαλιστικός κλάδος δεν στραφεί έγκαιρα σε φυσικές λύσεις προσαρμογής, κινδυνεύει να εκτεθεί σε νέες κατηγορίες κινδύνων που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τα παραδοσιακά μέσα τιμολόγησης ή αποθεματοποίησης.
«Η φύση δεν είναι απλώς ένα θέμα βιωσιμότητας — είναι μέρος της οικονομικής ασφάλειας», τονίζει η UNEP.

