Τριάντα χρόνια μετά τη δημιουργία του μεγαλύτερου παγκόσμιου φόρουμ για την κλιματική δράση, η COP30 στο Μπελέμ φέρνει στο προσκήνιο ένα ενοχλητικό ερώτημα: εξακολουθεί να λειτουργεί το υφιστάμενο σύστημα των ετήσιων διαπραγματεύσεων ή έχει εξαντλήσει τα όριά του;
Η διάσταση ανάμεσα στις δεσμεύσεις και στην πραγματικότητα είναι πλέον εμφανής: οι παγκόσμιες εκπομπές συνεχίζουν να αυξάνονται, οι θερμοκρασίες ξεπερνούν κάθε ρεκόρ και οι κρίσεις προσαρμογής πολλαπλασιάζονται. Σε πάνω από 30 συνεντεύξεις διπλωματών και ειδικών, το συμπέρασμα είναι κοινό: το μοντέλο των COP χρειάζεται αναβάθμιση, με επίκεντρο όχι νέες υποσχέσεις αλλά έλεγχο και εφαρμογή.
Ο επικεφαλής της UNFCCC, Σάιμον Στιλ, συγκρότησε ειδική ομάδα 15 διεθνών προσωπικοτήτων για να εισηγηθούν μεταρρυθμίσεις, δηλώνοντας πως «η νέα εποχή απαιτεί εξέλιξη». Στο τραπέζι βρίσκονται όλα: αλλαγές στη λήψη αποφάσεων, πιθανή διε διετία διεξαγωγή των COP, μικρότερα εξειδικευμένα φόρα, ενίσχυση μηχανισμών παρακολούθησης της εφαρμογής. Ακόμη και η ομοφωνία — ο κανόνας που επιτρέπει σε μεμονωμένες χώρες να μπλοκάρουν κρίσιμες αποφάσεις — αμφισβητείται όλο και περισσότερο.
Η οικοδέσποινα χώρα προσπάθησε να αποφύγει νέες μεγάλες δεσμεύσεις και να μεταφέρει τη συζήτηση στην υλοποίηση όσων έχουν ήδη συμφωνηθεί, προτείνοντας και τη δημιουργία νέου οργάνου του ΟΗΕ που θα παρακολουθεί την πρόοδο των κρατών.μΤην ίδια στιγμή, οι COP έχουν εξελιχθεί σε γιγαντιαίες εκδηλώσεις με δεκάδες χιλιάδες συμμετέχοντες, εταιρείες και λόμπι — κάτι που για κάποιους λειτουργεί ως γέφυρα για τεχνολογία και χρηματοδότηση, και για άλλους αποδυναμώνει τον πυρήνα των διαπραγματεύσεων.
Οι υποστηρικτές της μεταρρύθμισης σημειώνουν ότι το σύστημα πρέπει να γίνει πιο αποτελεσματικό και πιο γρήγορο, καθώς η συνεχής παραγωγή νέων υποσχέσεων δεν μειώνει τις εκπομπές.Οι επιφυλακτικοί φοβούνται ότι μια αλλαγή στη δομή την «λάθος στιγμή» — με αντι-κλιματικές πολιτικές να αυξάνονται σε ΗΠΑ και αλλού — θα αποδυναμώσει το πλαίσιο.
Για πρώτη φορά, το τελικό κείμενο μπορεί να σηματοδοτεί την πρόθεση οι διαπραγματεύσεις να περάσουν σε «νέα εποχή υλοποίησης».Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν το ίδιο το σύστημα μπορεί να αυτομεταρρυθμιστεί — ή αν αποτελεί πλέον το μεγαλύτερο εμπόδιο στη δράση που απαιτεί η κλιματική κρίση.

