Οι τουλάχιστον αναιμικές αποδόσεις των μέτρων της κυβέρνησης κατά της ακρίβειας που σταθερά συνοδεύονται από αναλύσεις διακεκριμένων οικονομολόγων πως το πρόβλημα αυτό είναι μαχαιριά κατά της ανάπτυξης, καθιστούν διαρκώς επίκαιρο το μονολεκτικό ερώτημα που είναι στα χείλη όλου του κόσμου: Γιατί ;
Η απάντηση, ύστερα από δύο τουλάχιστον χρόνια προκλητικής ανόδου των τιμών σε επίπεδα μεγαλύτερα από τις αντίστοιχες σε χώρες με διπλάσιους μισθούς, βρίσκεται πιθανότατα στην ρήση της λαϊκής σοφίας «διότι βρίσκουν και κάνουν» οι κερδοσκόποι.
Γενικότερα όμως τα σύννεφα, που δεν είναι μόνο λόγω ακρίβειας, σκιάζουν την κυβερνητική ευφορία όπως την είδαμε στην εκκίνηση του 2024 και εντείνουν τον προβληματισμό για αυτά που έρχονται. Άλλο Ιανουάριος και άλλο Μάρτιος όπως φαίνεται.
Η αλήθεια για το ψαλίδισμα της αισιοδοξίας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας βρίσκεται κάπου ανάμεσα στα παρακάτω:
- Την δυσανάλογα μεγαλύτερη έμφαση στον τουρισμό και τη ναυτιλία .
- Την πτώση της εξαγωγικής δραστηριότητας.
- Το μετέωρο βήμα των επενδύσεων που αναμένονταν
- Το κλίμα προβληματισμού που έφερε η Moody’s η οποία αρνήθηκε την αναβάθμιση της εκτίμησης για την ελληνική οικονομία και τους λόγους: Υψηλό δημόσιο χρέος, πιστωτικοί κίνδυνοι για τις τράπεζες και αργή πρόοδος των μεταρρυθμίσεων
- Την παραμονή του ελληνικού πληθωρισμού σταθερά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η πιθανή αδυναμία της κυβέρνησης να σημειώσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για το 2024, κόβει και τη δυνατότητα χορήγησης έκτακτων παροχών σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Οι πρώτες ενδείξεις ήρθαν από την μη χορήγηση επιδόματος Πάσχα και την μη ικανοποίηση αγροτικών αιτημάτων και σήμερα γενικότερα εδραιώνεται στους πολίτες η άποψη πως η εποχή των διαφόρων …pass πάει να γίνει παρελθόν.
Ελάχιστη παρηγοριά για όσους είχαν προσδοκίες αποτελεί η εξήγηση πως η κυβέρνηση θέλει να στείλει ένα μήνυμα προς τις αγορές ότι η Ελλάδα θα τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει για τα δημοσιονομικά.
Αν το δει κανείς από την πλευρά του πολίτη και όχι μόνο από την πλευρά του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, δεν μπορεί να μη λάβει υπόψη του τις εξής ανησυχητικές ιδιαιτερότητες:
- Η αύξηση του κατώτατου μισθού που όλοι χαιρέτισαν με ικανοποίηση, δεν παύει να κάλυπτει μόνο το ένα πέμπτο του εργαζομένου πληθυσμού.
- Το στεγαστικό πρόβλημα γίνεται πια εφιάλτης για τους χαμηλόμισθους και τα νέα ζευγάρια με τα ενοίκια να φτάνουν στο …ταβάνι. Χώρια οι δόσεις των στεγαστικών.
- Οι αυξήσεις στα τρόφιμα – που είναι απολύτως πιο απαραίτητα από τα καθαριστικά, τα είδη προσωπικής υγιεινής, την ένδυση και την υπόδηση- έχουν σπάσει τα νεύρα των καταναλωτών και τούτο αν δεν αντιστραφεί, πιθανότατα θα έχει αντίκτυπο και στην κάλπη των προσεχών ευρωεκλογών.
Από την άλλη πλευρά όμως, ο δρόμος της ανάπτυξης, των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων δεν μπορεί να στένεψε μέσα σε δυο μήνες. Ούτε είναι αμελητέα η αντοχή της Ελλάδας στα σοκ του άμεσου κινδύνου της χρεωκοπίας και στη συνέχεια, της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης του 2022. Ούτε μπορεί κάποιος να κάνει στέρεες προβλέψεις για την οικονομία χωρίς να εκτιμήσει τα όχι ευκαταφρόνητα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Παρά τους κραδασμούς λοιπόν, ακόμα δεν έχει αμφισβητηθεί σοβαρά η πεποίθηση ότι η οικονομία αντέχει πάνω σε γερές ράγες