Σε τροχιά υπερπροσφοράς μπαίνει το εγχώριο ενεργειακό σύστημα, καθώς αυξάνεται η εγκατεστημένη ισχύς από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) με ρυθμούς που ξεπερνούν τις προβλέψεις του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, αν συνεχιστεί η τρέχουσα τάση, η παραγωγή «πράσινης» ενέργειας θα υπερβεί σημαντικά τα επίπεδα ζήτησης έως το 2030, οδηγώντας σε περικοπές ενέργειας και αμφισβήτηση της βιωσιμότητας πολλών επενδύσεων.
Το επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ θέτει ως στόχο τα 24,7 GW εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ έως το 2030, ωστόσο οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι η πραγματική ισχύς θα φτάσει τα 34 GW, υπερκαλύπτοντας τον στόχο κατά σχεδόν 10 GW. Την ίδια στιγμή, η αύξηση της ζήτησης εμφανίζεται πιο περιορισμένη, γεγονός που θα οδηγήσει σε πλεόνασμα παραγόμενης ενέργειας.
Το σενάριο των περικοπών και οι επιπτώσεις
Με βάση τις προβλέψεις, αν επιτευχθεί ο στόχος των 24,7 GW, η ετήσια παραγωγή από ΑΠΕ θα ανέρχεται σε 55 TWh. Με εκτιμώμενη κατανάλωση 61 TWh και εισαγωγικό ισοζύγιο 2 TWh, απομένει περιθώριο 4 TWh για συμμετοχή από άλλες τεχνολογίες, όπως φυσικό αέριο και υδροηλεκτρικά.
Ωστόσο, στην περίπτωση εγκατεστημένης ισχύος 34 GW, η ετήσια «πράσινη» παραγωγή εκτινάσσεται στις 75 TWh. Αυτό συνεπάγεται πλεόνασμα 16 TWh, ή αλλιώς περικοπές που υπερβαίνουν το 21% της συνολικής παραγωγής ΑΠΕ – ποσοστό που ενδέχεται να είναι ακόμη μεγαλύτερο, αν ληφθεί υπόψη η ανάγκη συμμετοχής και άλλων μορφών ενέργειας στο μίγμα.
Οι μπαταρίες δεν είναι πανάκεια
Αν και οι μονάδες αποθήκευσης ενέργειας βοηθούν στη μεταφορά φορτίου από ώρες χαμηλής σε ώρες υψηλής ζήτησης, δεν αρκούν για να εξομαλύνουν το ετήσιο ισοζύγιο παραγωγής-κατανάλωσης. Η τεχνολογία των μπαταριών αντιμετωπίζεται ως μέσο διαχείρισης βραχυπρόθεσμων ανισορροπιών, και όχι ως λύση για τη μακροπρόθεσμη εξισορρόπηση της υπερπροσφοράς.
Παράλληλα, δεν αναμένονται σημαντικές αλλαγές στη ζήτηση, με την ηλεκτροκίνηση και τις αντλίες θερμότητας να παρουσιάζουν αργούς ρυθμούς ανάπτυξης. Οι νέες διεθνείς διασυνδέσεις δεν προβλέπεται να απορροφήσουν το πλεόνασμα πριν από την επόμενη δεκαετία.
Επενδύσεις σε πίεση
Το αυξημένο «πράσινο» πλεόνασμα αναμένεται να επηρεάσει τις τιμές στην αγορά Επόμενης Ημέρας, οδηγώντας συχνότερα σε αρνητικές τιμές. Σε τέτοιες συνθήκες, οι παραγωγοί ενδέχεται να επιλέξουν να μην εισάγουν ενέργεια στο σύστημα, για να αποφύγουν πρόστιμα.
Οι περικοπές και η μεταβολή της αγοράς θα δοκιμάσουν τη βιωσιμότητα νεότερων έργων ΑΠΕ, ιδιαίτερα όσων δεν έχουν ακόμη αποσβέσει τις επενδύσεις τους. Αντίθετα, παλαιότερα έργα ή όσα συνδέονται με σταθερές συμβάσεις (PPAs), π.χ. με τη βιομηχανία, θεωρούνται περισσότερο προστατευμένα.
Τι σημαίνει αυτό για την ενεργειακή στρατηγική;
Η Ελλάδα, με ισχυρό ενδιαφέρον για επενδύσεις στις ΑΠΕ, βρίσκεται πλέον μπροστά σε ένα νέο ενεργειακό παράδοξο: η επιτυχία στην επιτάχυνση της διείσδυσης της καθαρής ενέργειας κινδυνεύει να μετατραπεί σε πρόβλημα, αν δεν υπάρξει έγκαιρη προσαρμογή του θεσμικού και τεχνικού πλαισίου.
Η ανάγκη για αναθεώρηση των στόχων, βελτίωση του πλαισίου απορρόφησης ενέργειας και ανάπτυξη νέων διασυνδέσεων ή μηχανισμών εξαγωγών, αναδεικνύεται πιο επιτακτική από ποτέ. Διαφορετικά, η αγορά θα βρεθεί μπροστά σε κρίση υπερπροσφοράς, με χαμένες επενδύσεις και αποδυναμωμένους στόχους για τη μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα.