Η εισήγηση στην Ολομέλεια του νέου Αναπτυξιακού Νόμου από το Υπουργείο Ανάπτυξης σηματοδοτεί μια στρατηγική στροφή προς τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη στήριξη της τοπικής επιχειρηματικότητας. Με στόχο την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων που διαμορφώνουν το παγκόσμιο οικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον, ο νόμος επιχειρεί να δημιουργήσει ένα σταθερό και ανταγωνιστικό θεσμικό πλαίσιο που θα εξασφαλίσει την ανάπτυξη με κοινωνική συνοχή και οικονομική βιωσιμότητα.
Στο επίκεντρο του νέου πλαισίου βρίσκονται οι παραμεθόριες περιοχές και οι περιφερειακές ενότητες που βρίσκονται κάτω από τον μέσο όρο του εθνικού εισοδήματος. Η έμφαση σε αυτές τις περιοχές αποσκοπεί όχι μόνο στην οικονομική τους ενίσχυση αλλά και στην αναστροφή της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης των νέων. Μέσα από ειδικά κίνητρα για την τοπική επιχειρηματικότητα, δίνεται ώθηση στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, στην αξιοποίηση τοπικών πόρων και στη διαμόρφωση ενός βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης που θα επιτρέψει στις τοπικές κοινωνίες να αναπτυχθούν με ίσους όρους.
Ο νόμος ανταποκρίνεται στις διεθνείς προκλήσεις, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις, οι εμπορικοί πόλεμοι και η κλιματική κρίση, ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να ευθυγραμμίσει την Ελλάδα με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ για το 2030. Η Κυβέρνηση, με τη συνέπεια που έχει επιδείξει όλα αυτά τα χρόνια, προχωρά μεθοδικά στη μετατροπή της χώρας σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, ικανό να προσελκύσει ποιοτικές επενδύσεις και να διαμορφώσει μια ανθεκτική και δυναμική οικονομία.
Με αυτόν τον νέο Αναπτυξιακό Νόμο, η Ελλάδα κάνει ένα αποφασιστικό βήμα προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης, με όραμα την ισόρροπη ανάπτυξη μεταξύ κέντρου και περιφέρειας και τη θωράκιση της εθνικής οικονομίας απέναντι στις διεθνείς προκλήσεις. Το θεσμικό πλαίσιο που δημιουργείται φιλοδοξεί να προσφέρει σιγουριά και εμπιστοσύνη στις αγορές, ενισχύοντας την τοπική επιχειρηματικότητα και δημιουργώντας ευκαιρίες για τους νέους ανθρώπους να παραμείνουν και να δημιουργήσουν στον τόπο τους.