Ο πλανήτης εκπέμπει S.O.S.! Οι ολοένα συχνότερες φυσικές καταστροφές έχουν ευαισθητοποιήσει την κοινωνία που αμφισβητεί έντονα πλέον το σύγχρονο τρόπο ζωής και αναζητά νέα μοντέλα βιώσιμης ανάπτυξης. Ήδη από το 2015, στην 70η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, καταγράφηκαν και επισήμως οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης, δεσμευτικοί για όλες τις χώρες, ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες, με χρονοδιάγραμμα υλοποίησης έως το 2030.
Η ιδέα της βιώσιμης πόλης βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο του δημοσίου διαλόγου. Συμμορφούμενοι προς τις επιταγές της Ατζέντας 2030, η κεντρική εξουσία και οι φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης οφείλουν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για πόλεις που αναπτύσσονται και λειτουργούν ώστε να εξασφαλίζουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων τους, στο παρόν και στο μέλλον, ενώ παράλληλα να λαμβάνουν μέριμνα για τη διατήρηση των φυσικών πόρων και την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον.
Εν όψει των νέων αυτών δεδομένων, η πρόκληση για τη Θεσσαλονίκη είναι τεράστια. Η βελτίωση της βιωσιμότητας και της ποιότητας ζωής σε μια πόλη με πυκνή δόμηση και παλιά κτίρια, απαιτεί χρόνο και στοχευμένες παρεμβάσεις. Ωστόσο, η αυξανόμενη συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων, καθιστά επιτακτική όσο ποτέ, την ανάγκη άμεσης λήψης μέτρων.
Σημαντικό βήμα για την προσαρμογή στα νέα δεδομένα, αποτελεί η συμμετοχή της πόλης μας στο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «100 κλιματικά ουδέτερες και έξυπνες πόλεις έως το 2030», στο πλαίσιο του οποίου, στις 8 Σεπτεμβρίου 2023, ο Δήμος Θεσσαλονίκης, συνυπέγραψε με τοπικούς φορείς και οργανισμούς το Κλιματικό Σύμφωνο, με στόχο την ανάδειξη της πόλης ως μίας από τις πρώτες ευρωπαϊκές πόλεις μηδενικών εκπομπών.
Ο πήχης ανεβαίνει… Μια πόλη «κλιματικά ουδέτερη και έξυπνη» προωθεί τρόπους παραγωγής και εξοικονόμησης ενέργειας μέσα από ανανεώσιμες πηγές (π.χ. ηλιακή, αιολική ενέργεια), μειώνει τη χρήση του αυτοκινήτου και προτρέπει τους πολίτες να χρησιμοποιούν τα δημόσια μέσα μεταφοράς, το ποδήλατο και την πεζοπορία. Εννοείται βέβαια ότι για την αποτελεσματική αξιοποίηση των εναλλακτικών αυτών μεθόδων μεταφοράς, θα πρέπει να γίνουν σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές. Όλοι προσδοκούμε ότι η λειτουργία του μετρό θα συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση.
Βιωσιμότητα της πόλης δεν νοείται επίσης χωρίς φροντίδα και αναβάθμιση των πρασίνων χώρων που ανανεώνουν τον αέρα και προσφέρουν διεξόδους αναψυχής στους κατοίκους.
Ο βασικός πνεύμονας πρασίνου της πόλης μας είναι το περαστικό δάσος του Σέιχ Σου, το οποίο εμείς, οι κάτοικοι, πρέπει να διαφυλάσσουμε ως κόρη οφθαλμού! Ήδη με πρωτοβουλία της Διεύθυνσης Πρασίνου του Δήμου Θεσσαλονίκης, σε συνεργασία με τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, έχουν ξεκινήσει εργασίες αναδάσωσης με τη φύτευση νέων δέντρων στην περιοχή του Ζωολογικού Κήπου.
Επίσης, μία έκταση άνω των 100 στρεμμάτων πυκνού δάσους στην περιοχή του Χαρισείου Γηροκομείου, εντάσσεται στον αστικό ιστό, με τη δημιουργία περιπατητικών και ποδηλατικών διαδρόμων και χώρων αναψυχής.
Όσον αφορά στο αστικό πράσινο, η αλήθεια είναι ότι η Θεσσαλονίκη, λόγω της πυκνής της δόμησης, υστερεί σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Τα τελευταία χρόνια, η δημοτική αρχή προχώρησε σε σημαντική αναβάθμιση του αστικού πρασίνου, αντικαθιστώντας στο κέντρο της πόλης δέντρα που είχαν προσβληθεί από ασθένεια, φυτεύοντας σε όλη την πόλη νέα δέντρα, συντηρώντας τα υπάρχοντα πάρκα και δημιουργώντας νέες, μικρές οάσεις πρασίνου και αναψυχής.
Η δημιουργία και η διατήρηση πρασίνου χώρου στον αστικό ιστό είναι ζωτικής σημασίας για τη βιώσιμη ανάπτυξη της πόλης. Επιπλέον προτάσεις που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ευαισθητοποίηση της κοινωνίας προς την κατεύθυνση αυτή, θα ήταν οι πράσινες στέγες και η προώθηση της ενασχόλησης των πολιτών με την κηπουρική. Η δημιουργία κοινοτικών κήπων, όπου θα παρέχεται και η δυνατότητα να καλλιεργούνται τοπικά προϊόντα, θα έδινε κίνητρο στους πολίτες να συμμετέχουν ενεργά στην αναβάθμιση του πρασίνου.
Κρίσιμη πτυχή της βιώσιμης ανάπτυξης μιας πόλης αποτελεί η διαχείριση των απορριμμάτων. Η υπερβολική παραγωγή, η ανεπαρκής ανακύκλωση και η κακή διαχείριση, μπορούν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, τη δημόσια υγεία και τη γενική ποιότητα ζωής των κατοίκων.
Τα τελευταία χρόνια, και ιδίως μετά την πανδημία, η κινητικότητα στη Θεσσαλονίκη εκτινάχθηκε. Η άνοδος του τουρισμού και οι συνεχείς επενδύσεις στον κλάδο, η εγκατάσταση μεγάλων ξένων εταιρειών, η δημιουργία όλο και περισσοτέρων χώρων εστίασης, δημιούργησαν νέα δεδομένα που επέβαλαν τον άμεσο ανασχεδιασμό του τομέα της καθαριότητας της πόλης.
Ο Δήμος προχώρησε ήδη στην αγορά νέων απορριμματοφόρων, στην τοποθέτηση υπογείων κάδων και στην προμήθεια νέων συμβατικών κάδων. Όσο δε για τον τομέα της ανακύκλωσης, ο Δήμος Θεσσαλονίκης έχει αναδειχθεί πρωταθλητής με ποσοστό ανακύκλωσης 27% έναντι του εθνικού μέσου όρου που κυμαίνεται στο 21%, ενώ προχωράει η υλοποίηση του προγράμματος εγκατάστασης σταθμών ανταποδοτικής ανακύκλωσης.
Όμως τίποτα από αυτά δεν θα είναι αρκετό, αν δεν γίνει συνείδηση στους πολίτες ότι η ευθύνη για την καθαριότητα της πόλης δεν ανήκει μόνο στις Αρχές, αλλά ότι είναι και δική τους υπόθεση. Προς το σκοπό αυτό, καλό θα ήταν να διοργανώνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με την ανάγκη μείωσης του όγκου των απορριμμάτων, τη συνειδητή κατανάλωση, την επιλογή προϊόντων με λιγότερη συσκευασία, τη σημασία της ανακύκλωσης και της επαναχρησιμοποίησης, την ιδιαίτερη διαχείριση των οργανικών αποβλήτων, και γενικά τις δυσμενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις που συνεπάγεται η κακή διαχείριση των απορριμμάτων.
Η διαχείριση των αδέσποτων ζώων αποτελεί επίσης ένα σημαντικό ζήτημα για τη βιώσιμη ανάπτυξη των πόλεων. Υπάρχει βέβαια η σχετική νομοθεσία, αλλά για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος, απαραίτητη είναι η σύμπραξη Αρχών και εθελοντών.
Βασικό μέλημα είναι φυσικά η προστασία των αδέσποτων και η φροντίδα της υγείας τους, αλλά και η λήψη μέτρων προκειμένου να περιοριστεί ο αριθμός των νέων γεννήσεων. Ο Δήμος έχει υποχρέωση να διοργανώνει εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών για τη σημασία του κτηνιατρικού ελέγχου, της στείρωσης και της υιοθεσίας των αδέσποτων ζώων, όπως επίσης και να προωθεί τη δημιουργία κέντρων διαμονής και φροντίδας για αδέσποτα, παρέχοντάς τους τροφή, νερό, καταφύγιο και ιατρική περίθαλψη.
Η προστασία του περιβάλλοντος είναι βέβαια πρωταρχική, αλλά όχι η μόνη προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα μιας πόλης. Εξίσου σημαντικοί παράγοντες είναι η οικονομική, η κοινωνική και η πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου.
Μία βιώσιμη πόλη φροντίζει να δημιουργεί προϋποθέσεις ώστε όλοι να έχουν πρόσβαση στην υγεία, στην εκπαίδευση, στην εργασία. Παρέχει κοινωνική προστασία στις ευάλωτες ομάδες. Φροντίζει για την ενημέρωση των πολιτών και ενθαρρύνει τη συμμετοχή τους στα κοινά. Μεριμνά για τη σωματική και την ψυχική ευεξία, την πνευματική καλλιέργεια και την ψυχαγωγία των κατοίκων, με την υποστήριξη προγραμμάτων και τη διοργάνωση εκδηλώσεων. Εισάγει καινοτόμες τεχνολογίες και πρακτικές που βοηθούν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Μία βιώσιμη πόλη σέβεται επίσης την ιστορία και την πολιτιστική της κληρονομιά και επιδιώκει, μέσω αυτών, να προβάλλει την ταυτότητά της.
Ο Δήμος, σε συνεργασία με άλλους αρμόδιους φορείς, οφείλει να προωθεί την αναβάθμιση των μνημείων της πόλης και τη διοργάνωση εκδηλώσεων που ενσωματώνουν τα πολιτιστικά στοιχεία του τόπου. Με τον τρόπο αυτό, η πόλη μπορεί να προσελκύει ποιοτικό και βιώσιμο τουρισμό που σέβεται τον πολιτισμό και το περιβάλλον και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για πολιτιστικές συνέργειες με φορείς άλλων χωρών.
Η ανάπτυξη, δεν φτάνει με έχει πετύχει τον επιθυμητό στόχο βιωσιμότητας, αλλά το αποτέλεσμα πρέπει να έχει και διάρκεια, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να είναι και οικονομικά βιώσιμη, δηλαδή να μην εξαντλεί πόρους πιο γρήγορα από ό,τι μπορούν να αναπαραχθούν.
Η βιωσιμότητα, για μια πόλη με ιστορία, όπως η Θεσσαλονίκη, είναι ένας μακροπρόθεσμος στόχος που απαιτεί διαρκείς και συντονισμένες προσπάθειες από την τοπική αυτοδιοίκηση, τους κατοίκους, τις επιχειρήσεις και τις κοινωνικές οργανώσεις.
Πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι ότι το 2030 η πόλη μας θα έχει κερδίσει το στοίχημα της βιωσιμότητας και ότι η γενιά μας θα αξιωθεί να ζει σε μια πόλη που ακτινοβολεί και θα συνεχίσει να ακτινοβολεί για όλες τις μελλοντικές γενιές.
Η Στελλίνα Τρωιάνου είναι Δικηγόρος, Υποψήφια δημοτική σύμβουλος με τον συνδυασμό «ΝΑΙ στη ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ» του Δημάρχου Κωνσταντίνου Ζέρβα.