Στον σύγχρονο κόσμο, όπου η αβεβαιότητα και η αστάθεια φαίνονται να είναι η νέα κανονικότητα, ο φασισμός εμφανίζεται, ανησυχητικά συχνά, στην πρώτη γραμμή του κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου. Μέσα από την ανάγνωση των έργων του Ιταλού ψυχαναλυτή Μάσιμο Ρεκαλκάτι, που αναλύει την “αιώνια επιθυμία” για φασισμό στην ανθρώπινη κοινωνία, διαπιστώνουμε ότι αυτή η επιθυμία δεν είναι τίποτα άλλο από την έκφραση της ανάγκης μας για σταθερότητα και προβλεψιμότητα στις ζωές μας, ακόμα και αν αυτό σημαίνει την υποταγή σε περιοριστικές και αυταρχικές δομές.
Η έρευνα των ψυχαναλυτών Βιλχεμ Ραιχ και Eριχ Φρομ παρέχει επιπρόσθετη βάση για να κατανοήσουμε την προέλευση αυτής της επιθυμίας. Υποστηρίζουν ότι ο φασισμός δεν εκπλήσσει τόσο ως πολιτικό-στρατιωτικό καθεστώς, όσο ως μια ενδογενής ανάγκη για έναν τρόπο ζωής όπου η ασφάλεια και η τάξη υπερτερούν της ελευθερίας και της αβεβαιότητας. Αυτή η επιθυμία για αυταρχική σταθερότητα αναδύεται από τη βαθιά ανάγκη του ανθρώπου να αισθάνεται ασφαλής και προστατευμένος.
Ο Ρόμπερτ Πάξτον, ένας καταξιωμένος ιστορικός του φασισμού, παρατηρεί ότι οι φασιστικές κινήσεις βρίσκουν εύφορο έδαφος σε καιρούς κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, όταν οι πολίτες αισθάνονται απογοητευμένοι από τις παραδοσιακές δομές εξουσίας. Ο φασισμός προσφέρει μια απάντηση στην ανάγκη για ασφάλεια, παρουσιάζοντας μια απλοποιημένη και αυταρχική λύση στα περίπλοκα προβλήματα της σύγχρονης ζωής.
Ο Ιταλός συγγραφέας και φιλόσοφος Ουμπέρτο Έκο, στο έργο του “Η Αιώνια Επιστροφή του Φασισμού”, επισημαίνει τα περιοδικά κύματα αναζωπύρωσης του φασισμού μέσα στον χρόνο, υποστηρίζοντας ότι αυτή η επιθυμία για αυταρχισμό αντλεί τη δύναμή της από τον φόβο της αβεβαιότητας και την επιθυμία για τάξη.
Στη σύγχρονη Ευρώπη η μετανάστευση φαίνεται να είναι η κύρια αιτία φόβου των πολιτών και η απειλή για την (επισφαλή) ενότητά της. Μέσα από αυτόν τον φόβο αναδεικνύεται μια “επείγουσα” κατάσταση η οποία θέτει σε κίνδυνο την ίδια την επιβίωση της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Σε μια τέτοια πραγματικότητα, η παρουσία αυτού του εξωτερικού “κινδύνου”, σε συνδυασμό με τα νέα μεγάλα προβλήματα που γεννάει η παγκοσμιοποίηση, έχει αναζωπυρώσει όχι τόσο τον νεοφασιστικό πολιτικό ακτιβισμό αλλά την επιθυμία του φασισμού, γεγονός αρκετά πιο επικίνδυνο.
Στη σημερινή Ευρώπη, τα φαινόμενα αυτά είναι εμφανή σε χώρες όπως για παράδειγμα η Γερμανία, η Γαλλία, και η Ιταλία, όπου ακροδεξιά κόμματα και οργανώσεις κερδίζουν έδαφος, προβάλλοντας την ανάγκη για εθνική αναγέννηση και προστασία των εθνικών ταυτοτήτων. Αυτές οι εκδηλώσεις του φασισμού δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με απάθεια ή να θεωρούνται αναπόφευκτες. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι επιπτώσεις του φασισμού είναι καταστροφικές, τόσο για τις δημοκρατίες όσο και για τις ανθρώπινες ζωές.
Αποτελεί διευρυμένη πεποίθηση ότι η ουσιαστική αντιμετώπιση του φασισμού προϋποθέτει την κατανόηση των βαθύτερων ψυχολογικών αναγκών που τον τροφοδοτούν. Μέσω της ενίσχυσης των δημοκρατικών αξιών, της προώθησης της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αντιμετώπισης των οικονομικών ανισοτήτων, μπορούμε να προσφέρουμε μια αποτελεσματική αντίσταση στην ελκυστικότητα του φασισμού. Η ιστορία μας έχει διδάξει τις καταστροφικές συνέπειες του και είναι καθήκον μας να διασφαλίσουμε ένα μέλλον όπου τέτοιες ιδεολογίες δεν θα βρίσκουν έδαφος να ανθίζουν.